ADS

click to open

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

Viraro Kapetanio

Η ιστορία μας διαδραματίστηκε στο πρόσφατο παρελθόν στον λιμένα Αντοφαγκάστα της Χιλής. 
Θαρρώ, πως ήταν Κυριακή. 
Μια Κυριακή φωτεινή και δροσερή από την αύρα του ωκεανού, με τον ήλιο, ανατέλλοντας να φωτίζει το πλοίο ανάμεσα από τις χαράδρες πέρα από τις πανύψηλες κορυφογραμμές των Άνδεων. 
Στο βάθος του ορίζοντα εκτείνεται η έρημος Ατακάμα, μια στεγνή και ξηρή περιοχή, διαβρωμένη, κατά μήκος των Χιλιανών ακτών στον Ειρηνικό ωκεανό. 
Η βροχόπτωση εδώ εμφανίζεται μια η δυο φορές τον αιώνα και η έρημος Ατακάμα είναι μια από τις ξηρότερες περιοχές του πλανήτη. Ένας συνδυασμός ψυχρών θαλασσίων ρευμάτων από την Ανταρκτική και του θερμού αέρα του ωκεανού δημιουργεί μια αντιστροφή που παράγει ομίχλη στην έρημο αλλά ελάχιστη βροχή. Η αντιστροφή αυτή κρατά επίσης χαμηλές θερμοκρασίες στην έρημο παρά την εγγύτητα της περιοχής στον ισημερινό.
Η ιστορία μας υποθέτω ότι ξεκίνησε ένα πρωινό κάπου εκεί στα τέλη του Μαρτίου. Λέω υποθέτω γιατί είναι δύσκολο με τον καιρό να ξέρεις το πότε ακριβώς ξεκίνησε κάτι. 
Είναι όπως ερωτεύεσαι κάποιον. Σε ρωτούν πόσο καιρό βγαίνετε και είναι δύσκολο να απαντήσεις.
Τίποτα δεν προμήνυε πως θα ήταν κάτι διαφορετικό από μια συνηθισμένη Κυριακή στον ήσυχο λιμένα που βρέχεται από τα νερά του Νότιου Ειρηνικού ωκεανού. 
Μια μοναχική προβλήτα στο εσωτερικό άκρο του λιμένος για τζενεραλάδικα πλοία μεσαίου μεγέθους της εποχής, εκεί προς το τέλος της δεκαετίας του 1970-1980.
Ήταν ακομη νωρίς το πρωί. Ο καπετάν Γιάννης, στεκόταν και κοιτούσε έξω από το φινιστρίνι του γραφείου του την ψυχρή δροσιά του πανέμορφου πρωινού.
Η έντονη εντυπωσιακή ανατολή του ήλιου και η αντηλιά πέρα από τις βραχώδεις πλαγιές των λόφων, με τα διάσπαρτα ασπρισμένα σπίτια τον ενοχλούσε.
Καμιά σημαντική υποχρέωση να εκπληρώσει δεν τον περίμενε σήμερα.
Είχε κοιμηθεί θαυμάσια στην ζεστή αγκαλιά της πράγμα που το θεώρησε καλό οιωνό, διασφαλίζοντας πως τίποτα δεν θα πάει στραβά την υπόλοιπη μέρα. Για την ακρίβεια είχε μια τέλεια αίσθηση, το είδος εκείνο που έσβηνε τις μίζερες σκέψεις.
Την εποχή εκείνη ήμουν εξαιρετικά μπερδεμένος ως το ποιος ήταν ο αληθινός χαρακτήρας του καπετάν Γιάννη τότε, και έτσι παραμένω ακόμη και σήμερα που τον ανακαλώ στην μνήμη.
Ένας προσηνής, ευγενικός και συνάμα γοητευτικός άνδρας που η λέξη ευπαρουσίαστος, μια λέξη που δεν την ακούς συχνά πλέον λένε ότι χαράχτηκε για εκείνον, έναν γενναιόδωρο άνδρα με ζωηρό χαμόγελο και ένα φινετσάτο γούστο στο ντύσιμο, το οποίο ακόμη και αν αγόραζες τα ίδια δεν θα το αποκτούσες.
Ο ήλιος λαμπρός, έχει ανατέλλει για τα καλά η μέρα αίθρια και εκεί που για τον καπετάν Γιάννη όλα φαίνονταν να πηγαίνουν πρίμα, δημιουργήθηκε απρόσμενη κινητικότητα που ήρθε να ταράξει την ηρεμία και τη γαλήνη του.
Ήταν ήδη μετά τις εννέα πρωινή που απρόσκλητα καταφθάνει φουριόζος ο πράκτορας του πλοίου και τον πληροφορεί ότι σε δύο με τρεις ώρες έρχεται εκτός προγράμματος ένα Ρο-Ρο μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων για να παραδώσει μερικά αυτοκινούμενα εμπορευματοκιβώτια και πρέπει το πλοίο να μετακινηθεί πιο μπροστά στην προβλήτα για να υπάρξει ο απαιτούμενος χώρος για την πρόσδεση του Ρο-Ρο.
Έκδηλη ήταν στο πρόσωπο του η απορία και η έκπληξη όταν ο πράκτορας του ανακοίνωσε τα νέα. 
ΔΔεν μπορούσε να το πιστέψει.
Στο άκουσμα της είδησης για μια στιγμή σάστισε και φάνηκε να ρωτάει τον πράκτορα για να επιβεβαιώσει ότι άκουσε σωστά.
Όταν επιβεβαίωσε την είδηση απέμεινε για λίγο ακίνητος …για δευτερόλεπτα….να χάσκει, με την εντολή του λιμεναρχείου στο ένα χέρι. Αν έβλεπε τη φάτσα του στον καθρέφτη, θα γελούσε. Είχε το ύφος ενός ανθρώπου που μόλις το προηγούμενο διάστημα καταβρόχθιζε με μανία ένα ώριμο νοστιμότατο ροδάκινο και πάνω στο καλύτερο ένιωσε μέσα στο στόμα του να σουλατσάρει ένα σκουλήκι. Σωριάστηκε αποκαμωμένος στην καρέκλα του. 
Τι ήταν αυτό; Αυτό ήταν η τιμωρία τον Θεού Κυριακή πρωί.
Με αποφασιστικότητα ξεπέρασε την αρχική έκπληξη και βρέθηκε σε πλήρη εγρήγορση. Ήταν, τώρα όπως πάντα, ένας αληθινός και γνήσιος Έλληνας καπετάνιος. 
«Το τελευταίο λοιπόν πράγμα που μας έλειπε να συμβεί ήταν αυτό» μονολόγησε. 
Στο πλοίο τους δεν υπάρχει ψυχή πέρα από τον ίδιο και τον λαδά της βάρδιας μηχανοστασίου συντροφιά με τα κορίτσια τους. Το προς φόρτωση φορτίο τους δεν ήταν ακόμη έτοιμο και το πλοίο τους παράμενε στην προβλήτα φόρτωσης κενό φορτίου και άπραγο για μερικές ημέρες.
Το σύνολο του πληρώματος λόγο της αργίας είχε εκδράμει από τις πρώτες πρωινές ώρες σε σύλλογο ομογενών της Ελληνικής κοινότητας όπου κάθε Κυριακή ετελείτο η θεία Λειτουργία, τακτικώς στην ορθόδοξη εκκλησία του ελληνισμού. Υπήρχε ακόμη ένα ποσοστό κατοίκων Ελληνικής καταγωγής στην περιοχή που κρατάει τα ήθη και τα έθιμα της πατρίδας, αν και μόλις το 5% από αυτούς μιλούν ελληνικά.
Διάφορες πηγές τοποθετούν τον αριθμό των Ελλήνων στην Αντοφαγκάστα κατά την περίοδο 1920-1935 σε περίπου 4000, όντας κατ' αυτόν τον τρόπο ήταν το σημαντικότερο κέντρο του Ελληνισμού στην Χιλή. 
Ταυτόχρονα κάπου εκεί έξω στις παρυφές της πολιτείας ψυχαγωγικό κλαμπ είχε οργανώσει την προηγούμενη μέρα ολονύκτιο πρόγραμμα με γλέντι, νεανική ζωντάνια και πολύ χορό μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, κάποιοι από το πλήρωμα του πλοίου είχαν συμμετοχή και ακόμη να φανούν. Είχαν «ξεστρατίσει». Είχαν βγει λίγο πιο έξω από τα όρια τους.
Ο καπετάν Γιάννης εκείνη τη στιγμή σταμάτησε για λίγο, πήρε μια αργή και βαθιά ανάσα, να νοιώσει τον αέρα να μπαίνει βαθιά μέσα στους πνεύμονες του, τον έβγαλε ξεφυσώντας, ανασήκωσε τους ώμους του και το βλέμμα του συνάντησε αυτό του πράκτορα. Η έκφραση του είχε μια αποφασιστική ηρεμία με ένα αμυδρό χαμόγελο να σκιάζει το πρόσωπο του.
Υπάρχει κάτι ανεξήγητα ήρεμο μα χειροπιαστό που πλανάται στο πρόσωπο του και αντανακλάται στην ατμόσφαιρα....
«Φοβάμαι πως θα γίνουμε πρωτοσέλιδο στον τοπικό τύπο και όχι μόνο.» λέει του Πράκτορα του πλοίου.
«Δική σου επιλογή κάπτεν, αλλά θα πρέπει το πλοίο να μετακινηθεί οπωσδήποτε.»
…Έριξε μια ματιά στο εσωτερικό της καμπίνας του στην κρεβατοκάμαρα και στο κρεβάτι του. 
Ήταν όμορφη στ’ αλήθεια.
Ελκυστική μπορείς να την περιγράψεις, με μάτια που κοιτούσαν προς το μέρος του, θεσπέσια νερά μιας καθάριας λίμνης, ντυμένη με ένα νεγκλιζέ που άφηνε να φαίνεται το κορμί της και τόνιζε το στήθος της. Λειτουργούσε επάνω του σαν έμπνευση και γέμιζε την ζωή του χρώμα και θόρυβο. 
Ο καπετάν Γιάννης είχε μια πολύ φημισμένη και σεβαστή ιστορία στις επιλογές του.
Φαινόταν κάπως ανήσυχη, διστακτική και απορημένη τον κοιτούσε προσπαθώντας να μαντέψει ποιο είναι το πρόβλημα που τους προέκυψε, δαγκώνοντας ανεπαίσθητα το κάτω χείλος της.
«Λορένα χρειάζομαι κάποιον να με βοηθήσει.»
Η κοπέλα τον κοιτούσε με βλέμμα απορημένο.
«Αυτό είναι το θέμα ότι δεν καταλαβαίνεις, αλλά δεν έχω άλλη επιλογή, σήκω και ετοιμάσου να πάμε στην πλώρη του πλοίου.»
Ανασηκώθηκε στο κρεβάτι αναστατωμένη σταυρώνοντας τα μακριά της πόδια, ακούμπησε πίσω στα μαξιλάρια με τα χέρια της προσπαθώντας να αντιληφθεί τι ήταν αυτό που της ζητούσε. Σαστισμένη προφανώς δεν μπορούσε να καταλάβει...
«Ετοιμάσου να πάμε μια βόλτα στην πλώρη του πλοίου και μην αναρωτιέσαι θα σου εξηγήσω.»
Της ήταν αδύνατο να το πιστέψει.
«Μάλιστα. Νομίζεις στα αλήθεια ότι εγώ μπορώ να σε βοηθήσω;» Καθώς αναρωτιέται τι είναι αυτό που της ζητεί.
«Δε θα στο ζητούσα, όχι αν μπορούσα να σκεφτώ έναν άλλο τρόπο. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος.»
Η έκφραση στο πρόσωπο της δεν άλλαξε για αρκετή ώρα.
«Είσαι σίγουρος;»
«Λορένα προχώρα και δεν χρειάζεται να στύβεις το μυαλό σου, δεν είναι απαραίτητο.»
Ταυτόχρονα έγιναν οι δέουσες προετοιμασίες. 
Ο λαδάς του πλοίου ξεκίνησε τα απαραίτητα δίκτυα και στη συνέχεια  ανέλαβε την λειτουργία στα βίντσια της πρύμνης του πλοίου.
Η Λορένα ακολουθούσε τον καπετάνιο με ρυθμό χελώνας και ρίχνοντας ματιές γύρω της προσπαθούσε να αντιληφθεί τι επρόκειτο περίπου να κάνει.
Με τα  «γουόκι τόκι» ανά χείρας φτάσανε στην πλώρη.
Τα βίντσια της πλώρης ήταν ήδη σε λειτουργία. Της έδειξε το μοχλό στα χειριστήρια λειτουργίας και  της εξήγησε το «βίρα» το «μάϊνα» το «νεκρό» και πως ακριβώς λειτουργούν.
«Κατάλαβες Λορένα;»
Η Λορένα έβγαλε μια βαθιά ανάσα και κούνησε ελαφρά το κεφάλι της χωρίς να του απαντήσει..
«Δεν άκουσα Λορένα»
«Κατάλαβα καπετάνιο.»
«Ωραία πάρε τώρα το «γουόκι τόκι» και θα περιμένεις τις εντολές μου μέσα απ’ αυτό, και να μην φοβάσαι είσαι ασφαλής» της είπε, και αναχώρησε για την γέφυρα του πλοίου.
Ξεκινώντας τις εντολές ο θόρυβος σαν επανωτά γρονθοκοπήματα από τα γρανάζια του βιντσιού της προκαλούσαν της Λορένας  μια αίσθηση εντόνου τρόμου, τι άλλο θα μπορούσε να συμβεί αναρωτήθηκε και άφησε το μοχλό και πάλι στην ουδέτερη θέση.
Σταθερά και με ήρεμο τόνο ο καπετάν Γιάννης γνήσιος καπετάνιος, την προστάζει κοφτά μέσα από το «γουόκι τόκι».
«Βίρα Λορένα....  Λορένα μ’ ακούς;! Βίρα σου λέω!»……
Σταδιακά η Λορένα τέντωσε το κορμί της για να ενισχύσει το αίσθημα του θάρρους και αυτοκυριαρχίας, και ξανατράβηξε και πάλι τον μοχλό λειτουργίας του Βιντσιού.
«Βιράρω καπετάνιο, βιράρω,»!! 
Αγκομαχώντας σαν κλαυθμός ακούστηκε η απάντηση της ωσάν να ήθελε να βγάλει κάθε δισταγμό και αμφιβολία από μέσα της, μα περνώντας ο χρόνος η αλλαγή στον τόνο και στην χροιά της φωνής της δηλώνει έντονα μια αίσθηση ευχαρίστησης, και συγκεκριμένο ενθουσιασμό, ότι τελικά τα καταφέρνει...
Τελειώνοντας ο ρεμεντζάρισμα το πλοίο πάρκαρε τριάντα μέτρα πιο μπροστά στην προβλήτα υπό το έκπληκτο βλέμμα του πράκτορα, που κάτι σίγουρα θα μουρμούριζε για τους συγχρόνους απογόνους του πολυμήχανου Οδυσσέα.
Θρύλος στα κύματα έχει μείνει ο απόηχος του διαλόγου και  η ανάμνηση της εικόνας από εκείνο το κυριακάτικο πρωινό μανουβράρισμα του πλοίου στην μακρινή Αντοφαγκάστα στην νότιο Χιλή.
«Βίρα Λορένα....  Λορένα μ’ ακούς;! Βίρα σου λέω!»……
«Βιράρω καπετάνιο! Βιράρω»!! 
Τον καπετάν Γιάννη τον γνώρισα πολύ λίγο (δεν έτυχε να ταξιδέψουμε μαζί,) αλλά ξέρω τόσες ιστορίες του, που νομίζω ότι ζήσαμε παρέα ολάκερες θητείες, στην απεραντοσύνη των ωκεανών.

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

 
Web Informer Button