ADS

click to open

Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2009

Erotiki Mythoplassia I: (Part.. 1)

«Δει των προειρημένων μνημονεύειν και μηδέν οίεσθαι τούτων λέγεσθαι γεγονός ούτω και πεπραγμένον.»
Δηλαδή αυτά που είπαμε και εξιστορούμε, να μη νομίζουμε ότι επειδή τα αναφέραμε, ότι έτσι και έγιναν.  (Πλούταρχος)
...«Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Τα ονόματα, οι χαρακτήρες, οι τοποθεσίες και τα περιστατικά είτε είναι προϊόν της φαντασίας είτε χρησιμοποιούνται κατά τρόπο μυθιστορηματικό. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πραγματικά πρόσωπα, εν ζωή ή όχι, γεγονότα, τοποθεσίες, είναι εντελώς συμπτωματική και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.»....
«Οι μύθοι είναι ένα παραμορφωμένο υπόλειμμα φαντασιώσεων που αφορούν στην επιθυμία». (Freud, 1930b)
Με τον τρόπο αυτό αποτελούν ένα ψυχολογικό ξεδίπλωμα όλων όσων αρχετυπικά κατοικούν μέσα μας και η μυθοπλασία είναι ένας συναρπαστικός κόσμος που γοητεύει όλους τους ανθρώπους.
H μυθοπλασία στην ερωτική ζωή λειτουργεί σαν μηχανή προσομοίωσης εμπειριών, που επιτρέπει στο άτομο να ζήσει, με ασφάλεια, εμπειρίες που στην πραγματική ζωή θα ήταν επικίνδυνες και επώδυνες. Μπορεί να μεταφέρει το άτομο μέσα στις συνειδήσεις άγνωστων, δίνοντας του τη δυνατότητα να δοκιμάσει εμπειρίες που στην πραγματικότητα δε θα μπορούσε. Η μυθοπλασία λοιπόν, με ένα τρόπο δίνει στον άνθρωπο περισσότερες από μια ζωές.
Πολλοί είναι που ισχυρίζονται ότι ο έρωτας είναι μια ιστορία φαντασιακή, δηλαδή ερωτευόμαστε μια εικόνα, την εικόνα του άλλου, όχι αυτό που είναι ο άλλος, αλλά αυτό που φανταζόμαστε ότι είναι. 
Αυτό είναι το δράμα του έρωτα πάντοτε να τελειώνει με χωρισμό, ή με αυτό το γνωστό συναίσθημα της αγάπης. Όχι το πάθος, όχι το ερωτικό συναίσθημα, αλλά συνιστά τον καλύτερο τρόπο να τελειώσει μια ερωτική σχέση. Να ερωτεύεσαι μέσα στην αγάπη. Μια αγάπη λογική, ήρεμη, λιγότερο βίαιη, λιγότερο υπερβολική, η οποία όμως επιτρέπει σε δυο ανθρώπους να συνεχίζουν να έχουν οικειότητα, να ζουν μαζί και ν' αποκτήσουν παιδιά! 
..... Ο Αλκιβιάδης και η Ανδρομάχη μετρούν ήδη δέκα πέντε χρόνια ζωής ζευγάρι, βαδίζοντας πλάι ο ένας στον άλλο, σύντροφοι και στις καλές και στις κακές στιγμές, και όσα χρόνια και αν έχουν περάσει η κάθε επέτειος του γάμου τους είναι η χαρούμενη γιορτή τους. Μαζί έχουν μοιραστεί στο κοινό παρελθόν τους τον έρωτα, χωρίς παράφορο πάθος, αλλά με αγάπη, αυτή τη γλυκιά αύρα που τους περιβάλλει, την αναπνέουν βαθιά μέσα τους και δίνει νόημα στη ζωή τους. Στην αγάπη τους υπάρχει η φυσική έλξη αλλά επίσης συνυπάρχει διανοητική και ψυχική έλξη.
Η αγάπη τους είναι μια αρμονική συμφωνία που έχει μέσα της αποδοχή, εμπιστοσύνη, συναισθηματικό «δέσιμο», αφοσίωση και αντοχή στο χρόνο, στοιχεία σημαντικά και για ένα κοινό μέλλον στο υπόλοιπο της ζωής τους, ακόμη και σε περιόδους όπου οι συγκρούσεις τους μπορεί να είναι έντονες και συχνές.
Ο Αλκιβιάδης έχει κάνει έναν κύκλο ζωής κλείνοντας πρόσφατα τα σαράντα του χρόνια, παραμένει πλάσμα αρκετά μάχιμο, και ανταγωνιστικό. Στην πυραμίδα της ενεργής ηλικίας βλέπει πίσω τι έφτιαξε, κοιτάει μπροστά τι μπορεί να φτιάξει.
Ταυτόχρονα είναι ώρα ν' αναζητήσει και αυτός, εγωιστικά, λίγη ποιότητα, λίγη ξενοιασιά. Ένας γοητευτικός ομορφάντρας με μελαγχολικά μάτια και γλυκό χαμόγελο όπως του καταμαρτυρεί η σύντροφος του…… που ντύνεται σαν ψαράς..
Η Ανδρομάχη! Αν και πλησιάζει τα τριάντα πέντε, δείχνει πολύ νεότερη βάζοντας κάτω γυναίκες που έχουν τη μισή της ηλικία! Το ότι η ηλικία είναι απλά ένας αριθμός, της ταιριάζει «γάντι». Ο χρόνος της έχει φερθεί άψογα.
Γοητευτική, έχει ποιότητα, με μια φυσική ομορφιά, που εκπέμπει αθωότητα και ζεστασιά κάνοντας έτσι όσους βρίσκονται γύρω της να νιώθουν ευτυχισμένοι που είναι κοντά της δείχνοντας πως άμα μια γυναίκα έχει έμφυτη την θηλυκή συμπεριφορά... είναι απλά ανίκητη.
Με περισσή φροντίδα αφοσιωμένη σύντροφος και μητέρα στον έγγαμο βίο τους, και η δημιουργός του γόνιμου οικογενειακού τους περιβάλλοντος. Με τα χρόνια έχει αποκτήσει μια βαθιά και ώριμη θηλυκότητα, σταράτο δέρμα χαρίζοντας της μια λάμψη υγείας και φρεσκάδας, προικισμένο μπούστο, καλοφτιαγμένα λαγόνια.
Ψηλή, το ύψος της πάνω από τον μέσο όρο, ένας πειρασμός με χυμώδες σώμα. Είναι μια γυναίκα που έχει αποδεχτεί τον εαυτό της και το σώμα της, ποτέ της δεν μπήκε στην ψυχοφθόρα διαδικασία να αλλάξει αυτό που είναι …… έχει αυτοπεποίθηση.
Ειδικά τα καλοκαίρια όταν εμφανίζεται στην παραλία οι γλουτοί της δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από πολλές άλλες με απίθανη πίσω όψη και η κοπέλα καυλώνει κόσμο και το ξέρει! Την θυμάται από πάντα ανεπιτήδευτη να ντύνεται απλά, ελάχιστα μακιγιαρισμένη, ειλικρινής στον τρόπο που μιλά ή σε κοιτάζει. Μια ομορφιά γυναίκας, κατά το πρότυπο παλαιότερων εποχών, που η αίσθηση της θηλυκότητας αναβλύζει σαν αφρός, περιχύνοντας τις γραμμές του κορμιού της.
Αυτός μπορεί να ζει με τα δικά του όνειρα μα σε όλα τα όνειρα του την έχει μέσα. Μπορεί να φτιάχνει τα δικά του παραμύθια μα και στα παραμύθια του είναι πάντα η βασίλισσα του.
Αμφότεροι έχουν συνειδητοποιήσει ότι η απόλυτη ταύτιση τους δεν είναι εφικτή, οι συζυγικές τους σχέσεις δεν είναι μια στατική κατάσταση. Ο έρωτας έχει καταλαγιάσει και η σχέση έχει μεταλλαχθεί, έχει «ωριμάσει», περνώντας σε μια πιο νηφάλια φάση όπου κυριαρχεί η αγάπη και άλλα τρυφερά συναισθήματα συντροφικότητας, που επιτρέπουν μεγαλύτερη ανοχή για τις ατέλειες του συντρόφου και τη δημιουργία ενός δεσμού που νοιάζεται ο ένας για τον άλλο και τον θέλει για αυτό που είναι και όχι για αυτό που ποθούσε.
Η προσδοκία ότι όλα πρέπει να είναι πάντα τέλεια, είναι μη ρεαλιστική και το γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει κάπου αυτός ο «τέλειος σύντροφος».
Στον έρωτα μας λέει ο Φρόιντ, προβάλλουμε στον άλλο το ιδανικό μας «Εγώ», δηλαδή προβάλλουμε στον άλλο, αυτό που θα θέλαμε να είμαστε αλλά δεν είμαστε. Δηλαδή θέλουμε να κάνουμε σχέση με τον καλύτερο εαυτό μας!
Δεν υπάρχει αυτός ο ιδανικός σύντροφος που δε θα τους πληγώσει ποτέ. H ιδέα του ταιριαστού ζευγαριού, αγγίζει τα όρια της μυθοπλασίας.
O γάμος είναι και μια μηχανή παραγωγής συγκρούσεων! Όλα τα ζευγάρια διαφωνούν για τα ίδια πράγματα, τα χρήματα, το σεξ, τα παιδιά, τη διαχείριση του ελευθέρου χρόνου.
Ο σοφός παππούς του έλεγε. «Πριν τον γάμο κράτα και τα δύο σου μάτια ανοιχτά, αλλά μετά τον γάμο κλείσε το ένα.» Εννοώντας, ότι ένας γάμος για να διατηρηθεί και να θεωρείτε επιτυχημένος πρέπει να υπάρχει σ’ αυτόν κατανόηση συγχώρεση και αποδοχή.
Όλα αυτά τα χρόνια το σεξ είναι σημαντικό στη σχέση τους και η ερωτική τους ζωή πολύ πλούσια, αλλά δεν είναι «το Α και το Ω», δεν είναι αυτό που κρατάει τον γάμο τους.
Αυτό που παίζει μεγαλύτερο ρόλο στη σχέση τους είναι ο σεβασμός που τρέφει ο ένας για τον άλλον και η κατανόηση γιατί επέλεξαν να περάσουν τη ζωή τους μαζί. Όταν λοιπόν μέσα στην καθημερινότητα τους υπάρχει αυτή η διάθεση, τότε έρχεται και το σεξ. Γιατί όλα από μόνα τους οδηγούν εκεί. Δεν τα πιέζουν να πάνε εκεί.
Και ξαφνικά μετά από τόσα χρόνια ευτυχισμένου γάμου η Ανδρομάχη άρχισε να χάνεται στο δικό της κόσμο. Η ερωτική της επιθυμία για σεξουαλική επαφή τους έχει μπει σε τροχιά μεγάλης ύφεσης.  Δεν μπορεί να έχει γκόμενο κάτι άλλο της συμβαίνει.  Προσπαθεί να της μιλήσει, να καταλάβει. 
«Τίποτα όλα καλά» του λέει. . 
Και όμως να που συμβαίνει ο Αλκιβιάδης να διακατέχεται από έντονο προβληματισμό που του δημιουργείται από την ερωτική αδιαφορία της συντρόφου του, την μη αναμενόμενη. Εξέλιξη που καθορίζει τις σχέσεις τους να βρίσκονται στο ναδίρ εξαιτίας της συμπεριφοράς της.
Το σεξ μοιάζει απλά, να μην την απασχολεί, και αυτή η έλλειψη ερωτικής επιθυμίας είναι αναπόφευκτο να δημιουργεί έντονη δυσαρέσκεια για την αδιαφορία της και χάσματα στις προσωπικές τους σχέσεις. Είναι κάτι στιγμές που όσο αυτός εκφράζει έντονα τη σεξουαλική επιθυμία για την σύντροφο του, αυτή απομακρύνεται και δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος. Οι ρόλοι παγιώνονται και εκφράσεις, όπως «Πάντα θέλεις» και «Ποτέ δεν θέλεις» γίνονται μέρος των διαφωνιών τους.
Τον βλέπει σαν έναν πολύ καλό της σύντροφο που τον αγαπά, νοιάζεται γι’ αυτόν, είναι ο πατέρας των παιδιών τους, ένας καλός άνθρωπος, αλλά η σεξουαλική τους ζωή περνά στο πίσω πλάνο. Διάφορες σκέψεις αρχίζουν να επικρατούν στο μυαλό του σχετικά με το «γιατί δεν τον θέλει» και αυτές οι σκέψεις οδηγούν και τον ίδιο σε πρόσκαιρη συναισθηματική απομάκρυνση και υποτονική ερωτική διάθεση.
Η λίμπιντο όμως σε τακτά διαστήματα αναζητούσε μια δυναμική διέξοδο.
Αίσθηση και προβληματισμό -αν μη τι άλλο- προκάλεσε ο κύκλος της αντιπαράθεσης που ξεκίνησε μεταξύ τους την τελευταία φορά με λεκτικές και φραστικές ακολουθίες για το θέμα αυτό.
Η Συναισθηματική τους φόρτιση έφερε «στο κόκκινο» τις προσωπικές αιχμές... και η αντιπαράθεση με ειρωνικό σχολιασμό στα όρια της προσβολής.
Όπως την τελευταία φορά που εισέπραξε μια περιπαιχτική της στάση, που σχεδόν τον ευνούχιζε. Πρώτη ήταν που τον προκάλεσε ειρωνικά. «Σου σηκώνεται ακόμα;»
«Εμ βέβαια εσύ που να ξέρεις, έχεις ξεχάσει πως είναι να το κάνουν.» Της απάντησε.
« Δεν το έχω ανάγκη. Δεν μου χει λείψει.» Συνέχισε με την ανάλογη ειρωνεία την αντίδραση της.
«Σωστά! καταλήξαμε να γνωριζόμαστε, με τη Βιβλική έννοια του όρου, στη χάση και στη φέξη. Ιεραποστολικώς και με την παθητική συμμετοχή σου, εσύ που άλλοτε ήσουν η δραστήρια, η πιο ευφάνταστη και η πιο ενθουσιώδης. Τώρα πλέον πρωτοβουλία μηδέν, όσο για ποικιλία και τέτοιες νοστιμιές, τις ξεχάσαμε. Μάλλον εσύ βρίσκεις τον εαυτό σου με τους παπάδες και τις αγρυπνίες τους. Τα ράσα σε καυλώνουν.» Εξέφρασε τον προβληματισμό του και αυτός με αιχμηρό και προκλητικά ειρωνικό τρόπο, αναφερόμενος στις συχνές εκκλησιαστικές δραστηριότητες της συντρόφου του.
Αυτή σαν να μην πίστευε στ' αυτιά της!
Έμεινε στην κυριολεξία με το στόμα ανοιχτό!.... από την έκπληξη για τον προσβλητικό χαρακτηρισμό.
Η όψη της σκοτείνιασε από την οργή της για το υπονοούμενο.
Η φωνή της έτριξε σαν φωτιά σε θάμνους. «Δε μου λες: Είσαι τελείως βλαμμένος;! Έλεος έχεις ξεφύγει τελείως και δεν ξέρεις τι λες.!»
«Έχουμε ξεφύγει! Είναι προφανές..... Είναι προφανές ότι κάτι δεν πάει καλά. Με εξοργίζει αυτή η παθητική σου σιωπή κάθε φορά που σου λέω τα παράπονα μου για την σχέση μας!» Της είπε.
«Αααα, εσύ όμως το χοντραίνεις πολύ, δε νομίζεις;! Πως είναι δυνατόν να λες αυτές τις μπούρδες. Δεν μπορώ να το πιστέψω. Τρελάθηκες; ∆εν είναι κουβέντες αυτές! Είσαι μυθομανής και το μόνο που μου μένει να πω είναι πως ντρέπομαι για σένα.
Και κοίτα, ως εδώ, δεν θέλω να το συζητήσω παραπέρα γιατί το βρακί μου δεν πρόκειται να το ξαναδείς ούτε ζωγραφιστό.» Του δήλωσε με δυσαρέσκεια και εκνευρισμό μέσα σε ένα κλίμα έντασης που επικρατεί μεταξύ τους.
Σάμπως το έβλεπε και τακτικά τώρα τελευταία.
«Μου το έφαγε η εκκλησία δεν υπάρχει άλλη εξήγηση». Της μουρμούριζε μέσα από τα δόντια του.
Τέλος πάντων, επειδή η συζήτηση αυτή τον στεναχωρούσε πολύ και δεν ήξερε με ποιον τρόπο να αντιδράσει της λέει να το αφήσουν γιατί δε θα βγάλουν άκρη και ότι είναι να γίνει θα γίνει. 
Δεν ήταν καθόλου ευχαριστημένος, και η αυτοπεποίθησή του είναι στα πατώματα αλλά ήλπιζε ότι τα πράγματα θα βελτιωνόταν και πάλι με τον καιρό! 
Τα πράγματα όμως εξελίχτηκαν διαφορετικά. Αντίθετα, υπήρξε χειροτέρευση! Η Ανδρομάχη γινόταν όλο και πιο απόμακρη, οι σεξουαλικές τους επαφές όλο και πιο σπάνιες, διότι δεν είχε διάθεση για σεξ, και αντί τα πράγματα να βελτιωθούν η εξέλιξη ήταν ολοένα και χειρότερη. Αν ερχόταν κάποιος και του λεγε ότι θα 'ρχόταν μια μέρα που η ξαναμμένη Ανδρομάχη θα μετατρεπόταν, ως δια μαγείας, σε ανέραστη πουλάδα, θα κάγχαζε και θα χαρακτήριζε τον μετά Χριστόν προφήτη όπως του άρμοζε. Έλα όμως που οι κακές προφητείες έχουν το εκνευριστικό συνήθειο να βγαίνουν!... 
Με τον καιρό, σ αυτή την κατάσταση ένιωσε ότι ζούσαν σαν μαλωμένοι συγκάτοικοι και ότι το πρόβλημα οφειλόταν στην μεταξύ τους χημεία, υποσυνείδητα αρχικά και στη συνέχεια συνειδητά! Δεν υπήρχε πλέον αυτό το μαγικό στοιχείο που χρειάζεται στα ζευγάρια για να μπορούν να απολαμβάνουν το σεξ. Νιώθοντας μεγάλη αγάπη για την Ανδρομάχη αλλά και πόθο για το κορμί της, δυσκολευόταν να σκεφτεί να την απατήσει. Κι όμως τελευταία του είχε καρφωθεί η ιδέα στο μυαλό του ότι μπορεί και να το κάνει! Γιατί ήταν φανερό ότι δεν μπορούσε να βρει ικανοποίηση από εκείνη. Και σκεφτόταν να αναζητήσει τη σεξουαλική ευχαρίστηση κάπου αλλού.
Όταν μια σχέση στερεύει από τα αποθέματα ζωντάνιας, ενθουσιασμού, ερωτισμού και άλλων θετικών συναισθημάτων, τότε η προδοσία χτυπάει την πόρτα της σχέσης. Μία τέτοια εξέλιξη θέτει τα όρια του κάθε ατόμου σε δοκιμασία. Ο θυμός φουντώνει..
Αυτός αντέδρασε με την αδιαφορία της, και δεν είναι καθόλου περίεργο που αποφάσισε ότι είναι καιρός, να αγνοήσει όρκους και κανόνες να κάνει την υπέρβαση, κοινώς να ψάξει άλλου πορτοκαλιές που κάνουν πορτοκάλια.
Αναζητούσε μια πύλη εξόδου, μια έξοδο κινδύνου, ώστε αυτή η βαθιά ανάγκη για ευχαρίστηση που καταπιέζεται και δεν εκπληρώνεται να μπορεί να εκπληρωθεί μέσα από άλλες οδούς, και να νοιώσει και πάλι σεξουαλικά ενεργός στο αέναο κυνήγι για πληρότητα.
Αρχικά, η επιθυμία του αυτή κρατήθηκε μέσα του. Αλλά σιγά – σιγά η σκέψη αυτή άρχισε να μετεξελίσσεται. Το μυαλό του άρχισε να κάνει ερωτικά ταξίδια σε κάθε πιθανό «προορισμό» και με κάθε πιθανή  παρτενέρ.
Εδώ και λίγα χρόνια στο πολύ στενό φιλικό τους κύκλο έχει πάρει διαζύγιο και από τότε δεν έχει ξανακάνει σχέση. Μία πληθωρική γυναίκα με πηγαία σεξουαλικότητα, η Ναυσικά που το όμορφο  πληθωρικό κορμί της απενοχοποιεί κάθε γυναίκα.
Η Ναυσικά είναι συνομήλικη της Ανδρομάχης και παιδικές φίλες από τον καιρό που κοριτσόπουλα μικρά μάθαιναν παρέα την αλφαβήτα στο νηπιαγωγείο. 
Είναι ένας καταπληκτικός άνθρωπος, πολύ έξυπνη και καλλιεργημένη γυναίκα που ήταν μόνη στη ζωή, ανεξάρτητη, είχε το θάρρος της γνώμης της αλλά και θράσος, και ταυτόχρονα ήταν ευγενική και συμπονετική. Ο Αλκιβιάδης τη λάτρεψε από την πρώτη στιγμή που τη γνώρισε, και εκεί στα χρόνια της εφηβείας της αν και ερωτευμένος με την Ανδρομάχη είχε αρχίσει να έχει ένοχες ερωτικές φαντασιώσεις για την φίλη της.
Ήταν αναμενόμενο, εκ μέρους του, μιας και όσο είχαν κοινή παρέα, και βρίσκονταν πολύ συχνά. Ο λόγος ήταν πως επιθυμούσε τον πρόσχαρο, αυθόρμητο χαρακτήρα της και ήταν το στοιχείο που του ασκούσε μια ιδιαίτερη έλξη.  Τι θα έκαναν; Πώς θα μπορούσαν να το αποφύγουν;
Συναντήθηκαν για να το συζητήσουν και κατάληξαν και οι δύο στο ίδιο συμπέρασμα: δεν γίνεται να συμβεί τίποτα μεταξύ τους λόγω της φιλίας της με την κολλητή της φίλη.
Πλέον ήταν και σε άλλη σχέση και έχει προχωρήσει. Ο Αλκιβιάδης λάτρευε την Ανδρομάχη και τη νοιαζόταν, αλλά εκείνη την εποχή έλειπε εκείνη η σπίθα του πάθους. Ήξερε πόσο λάθος ήταν αυτό που έκανε αλλά μια νέα ηρωίδα άρχισε να δημιουργείται στη σκέψη του και δεν μπορούσε να σταματήσει  να τη σκέφτεται και  τον πονούσε που η Ναυσικά ήταν με άλλον και δεν ενδιαφέρονταν για εκείνον.
Η Ναυσικά παντρεύτηκε την ίδια εποχή με την Ανδρομάχη αλλά μία ημέρα αρχίζει να αντιλαμβάνεται ότι ο γάμος τους δεν είχε καμιά τύχη, με αποτέλεσμα να έχει ημερομηνία λήξης..
Το ζευγάρι βρισκόταν αρκετό καιρό σε διάσταση, διότι η κακές γλώσσες έλεγαν πως ο τύπος είχε κάνει δεύτερη οικογένεια στη λατινική Αμερική! Οι κόκκοι της άμμου βρίσκονται ήδη μέσα στα γρανάζια της οικογένειας της. Η βάρκα είχε κάνει ήδη νερά και η ρήξη στη σχέση τους δεν άργησε να έρθει και το διαζύγιο επίσης δεν άργησε να έρθει.
Σήμερα λοιπόν η Ναυσικά δουλεύει στο δημόσιο, και περιμένει το πρώτο πράσινο φως από έναν άνδρα για να του εκδηλώσει το ενδιαφέρον της.
Νιώθει πως είναι σέξι, όμορφη, ευχάριστη, έξυπνη, ερωτική, κι έτσι προκαλεί το ενδιαφέρον να την βλέπουν με τον ίδιο τρόπο. Κάνει τον εαυτό της να φαίνεται σαν, λάφυρο γι αυτόν που θα την κατακτήσει.
Θυμάται μια παλιά ιστορία που πίστευε ότι, είχε σβηστεί απ' τη μνήμη του. Χρόνια πριν το διαζύγιο της που νεαρά ζευγάρια, είχαν πάει μαζί εκείνο το καλοκαίρι σε οικογενειακές διακοπές. Μετά το θαλάσσιο μπάνιο είναι οι δυο τους στην αυλή του εξοχικού τους.
Η Ναυσικά έχει ξεπλύνει την αλμύρα του κορμιού της κάτω από το ντους, έχει βγάλει το μαγιό της και χωρίς να σκουπίσει τα νερά που τρέχουν πάνω της φορά ένα κοντό μπουρνούζι. Πηγαίνει στην πλακόστρωτη αυλή όπου ρεμβάζει μονάχος του και κάθεται απέναντι του. Απίστευτα καυτή, του ποζάρει με χαμόγελο, ανοίγει τα πόδια της αργά- αργά, και μοστράρει το ροδαλό καυλιάρικο μουνάκι της,  αφήνοντας  ελεύθερα στη θέα του το όρος της Αφροδίτης με τα μεγάλα κόκκινα χείλη του αιδοίου της γυμνά, και του κάνει με το στόμα της κινήσεις πεοθηλασμού.
Όλα αυτά για χάρη του από απόσταση τριών μέτρων.
Απ' τον περιποιημένο στιλπνό θάμνο του εφηβαίου της λαμπερές και διάφανες σταγόνες νερού κυλούν και λαμπυρίζουν στο φως του ήλιου. Ο Αλκιβιάδης απέναντι της, έχει ιδρώσει, οι κόρες των ματιών του έχουν ανοίξει διάπλατα, βαριανάσαινε.
Ανείπωτη διέγερση της σεξουαλικής επιθυμίας σκόρπισε στο κορμί του η θέα της αρχέγονης εκείνης ουσίας της θηλυκότητας. Σήκωσε τα μάτια του ψηλά, έκανε πως δεν είδε τίποτα. Προσπάθησε απεγνωσμένα να σταματήσει να το σκέφτεται, δεν ήθελε να παρασυρθεί σε σεξουαλικές παρεκκλίσεις, σε λάθος μονοπάτια. Δεν θα θυσίαζε για κάτι περιστασιακό την όμορφη και ουσιαστική σχέση του με την Ανδρομάχη που τον γέμιζε απόλυτα με την ακαταμάχητη γοητεία της. Δεν Θέλει να πληγώσει τη σύντροφο του σε περίπτωση που μάθει κάτι. Από την άλλη, όντως ήταν πολύ δύσκολο να μην ρίξει μια ηδονική ματιά στην πρόκληση εκεί ανάμεσα στα πόδια της Ναυσικάς... Κακά τα ψέματα τα σημάδια του πόθου είναι έντονα και η επιθυμία της στιγμής θολώνει το κριτήριο του, αλλά τελικά αποφάσισε να κλείσει τα μάτια. 
....Μέχρι σήμερα όλα εκείνα ανήκαν πια στο παρελθόν, κλειδωμένα στο συρτάρι των σκέψεων. Τελευταία είναι κάτι μέρες που ξεθωριασμένες εικόνες από εκείνον τον ζεστό τον Αύγουστο γυροφέρνουν στο μυαλό του για πολλοστή φορά και οι σκέψεις αυτές τον αναστατώνουν δεν τον πιάνει ο ύπνος. Η εικόνα του χθες τον είχε στοιχειώσει και το μυαλό του δουλεύει ξανά και δεν μπορούσε να σταματήσει να τη σκέφτεται. Την βλέπει ξανά μπροστά του αυθάδικη και απρόσκλητη στο μυαλό του, αγγίζει τα σπλάχνα του και κάνει τις αισθήσεις του να λειτουργούν και να καταφέρνουν να μαλακώνουν τις άμυνες του. 
Αναδύουν κρυφά τις νύχτες.  Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Νύχτες ολόκληρες, όταν ξυπνούν μέσα του τα πάθη και ανεβαίνουν οι μνήμες, έχει την εικόνα της, φιγούρα στο μυαλό, να τον καλεί. Οι σκιές τους κινούνται πρόστυχα, παθιασμένα, ελεύθερα στον έρωτα και στην ηδονή. 
Και όταν αποκαμωμένος πια από την έξαψη και την ένταση της στιγμής, ηρεμεί, οι εικόνες σβήνουν μα δεν εξαφανίζονται. Μερικά πράγματα για κάποιο λόγο χαράσσονται βαθιά στη μνήμη και δεν ξεχνιούνται ποτέ.
Βυθισμένος σε μία ασπρόμαυρη ρουτίνα αποχής απ' το σεξ έψαχνε έναν έρωτα, που θα έδινε και πάλι χρώμα, πνοή και ζωντάνια στη ζωή του. Μια ερωτική επαφή, που θα κάλυπτε το σεξουαλικό κενό που επικρατούσε στην ψυχή μου. Μια ερωτική επαφή, που θα τον γέμιζε και θα τον ταξίδευε.
Μια φθινοπωρινή μέρα λοιπόν προφασίζεται ότι είναι ανάγκη να πάει στο χωριό γιατί τον θέλει ο εργολάβος που ανακαινίζει την εξωτερική μάντρα του σπιτιού τους.
Η Ναυσικά έχει ένα μικρό αγρόκτημα στο μέσον της διαδρομής με ελιές και με μια μικρή εξοχική κατοικία. Από το καλοκαίρι το συζητούσε με την Ανδρομάχη ότι το σπίτι της έχει ανάγκη για μερικές επείγουσες επισκευές συντήρησης στα συστήματα ύδρευσης και πως θα μπορούσαν να τη βοηθήσουν.
....Το σκέφτηκε και το αποφάσισε... Ήταν η ευκαιρία που ζητούσε, είχε έρθει η στιγμή να αντιδράσει. Ένα σχέδιο έπαιρνε ήδη σχήμα και μορφή στο μυαλό του και δεν τον ενδιέφερε αν πήγαινε κατευθείαν στην κόλαση μετά από τέτοιες σκέψεις.
Της τηλεφωνεί και την πληροφορεί ότι σαββατοκύριακο σχεδιάζει να πάει στο χωριό.
Συζητούν σε χαλαρή ατμόσφαιρα που εμπνέει συζητήσεις περί ανέμων και υδάτων για να συγκαλύψουν την αρχική ένταση που υπάρχει μεταξύ τους.
Η Ναυσικά άτομο ατόφιο, με πνεύμα ανεξαρτησίας και ελευθεροφροσύνης και με διάθεση χαρούμενη τον ρωτά αν μπορεί να ταξιδέψει μαζί του, μέχρι το κτήμα της.
Αυτόν τον λούζει μια χαρά, καθώς η θετική της ανταπόκριση ήταν περίπου μια σεξουαλική εισαγωγή, που  έκανε τον Αλκιβιάδη να νιώσει ένα ηδονικό κενό στο στομάχι.
Ανυπομονώ να ταξιδέψουμε εσύ κι εγώ μαζί της λέει.
Το θεωρώ ότι θα ήταν φρόνιμο η συζήτηση του ταξιδιού να γίνει με την φιλενάδα σου. Δεν χρειάζεται να σου το πω βέβαια, αλλά να ξέρεις ότι είναι από πάντα δίπλα σου σε ότι θελήσεις, σε θεωρεί ανεκτίμητη φίλη.
Άλλωστε για να κρατήσει η φιλία σας από τα παιδικά σας χρόνια σημαίνει ότι είναι δυνατή... Πόσες φορές δεν σας άκουσα να αναπολείτε με νοσταλγία τα περασμένα παιδικά σας χρόνια, και αργότερα στην εφηβεία σας που καθόσασταν στο λύκειο στο ίδιο θρανίο.
Η αλήθεια είναι ότι δε μοιάζατε και πολύ, ούτε στο χαρακτήρα, ούτε στην εμφάνιση. Εσύ αλέγρα, εξωστρεφής κι από τότε έδειχνες ότι θα εξελισσόσουν στην κλασσική, μεσογειακή ομορφιά με τις «αμαρτωλές» καμπύλες ενώ αντιθέτως η Ανδρομάχη ήταν πάντα πιο εσωστρεφής και ντροπαλή, παρά το όμορφο ψηλό και λιγνό κορμί της, τα μακριά καστανόξανθα μαλλιά της και τα μεγάλα μελιά της μάτια. Παρά τις διαφορές σας, αναπτύχθηκε ανάμεσά σας μια συμπάθεια, η οποία εξελίχθηκε σε μια φιλία τόσο δυνατή, που γίνατε αχώριστες κι εκτός σχολείου. Και η Ανδρομάχη να θυμάσαι, σαν  αληθινή σου φίλη βρίσκει πάντα μα πάντα χρόνο για σένα. Για το «αντράκι» της παρέας όπως σε έλεγε και συμπλήρωνε με τρυφερότητα. «Ήταν η χαρά της παρέας».  
Όπως ήταν επόμενο η Ανδρομάχη του ζήτησε να βοηθήσει την κολλητή της φίλη ώστε να μην είναι μόνη στην αναζήτηση συνεργείων και ο Αλκιβιάδης δέχτηκε μ' ευχαρίστηση τα καθήκοντα αυτά. Η καρδιά του πετάρισε, αλλά η λογική είναι αλήθεια ότι την φρέναρε. Είχε κάποιους δισταγμούς  δεν του είναι και τόσο εύκολο να φτάσει ένα βήμα πριν υποκύψει στον πειρασμό να δοκιμάσει τον απαγορευμένο καρπό, το φλερτ, την ερωτική συνεύρεση ή ακόμα και τη δημιουργία μιας παράλληλης σχέσης με έναν άλλον άνθρωπο και δη με την κολλητή της Ανδρομάχης.
Είχαν περάσει ήδη δύο μέρες από το τηλεφώνημα και μέχρι και την τελευταία στιγμή, λίγες ώρες πριν την επερχόμενη συνάντηση του με την Ναυσικά, βρισκόταν στο μεταίχμιο ανάμεσα στη λογική τι πάει να κάνει και στο συναίσθημα. Καιγόταν για ένα βλέμμα της, για την αγκαλιά της συνάντησης, για ένα τυχαίο άγγιγμα. Η κάψα της προσμονής ήταν μεγάλη και εν τέλει ενέδωσε στο συναίσθημα του.
........ Παρασκευή λοιπόν απόγευμα της τηλεφώνησε να ετοιμάσει τα πράγματα τους και θα περάσει από το σπίτι της να την πάρει. Η Ναυσικά κατέφθασε με όλο το μεγαλείο της,  μια  πολύ  κομψά  ντυμένη  και πανέμορφη  γυναίκα. Τα συναισθήματα που ένιωσε, όταν την αντίκρισε, ήταν αδύνατο να περιγραφούν. Τον είχε σαγηνεύσει. Φορούσε ένα αρκετά κοντό μαύρο φόρεμα με τα υπέροχα πόδια της σε κοινή θέα και τα νύχια της βαμμένα κόκκινα να ταιριάζουν με το σταρένιο της δέρμα. Έτρεξε της άνοιξε τη πόρτα και το αυτοκίνητο γέμισε από το χαμόγελο της. Το άρωμα της τον περιτριγύρισε, όταν εκείνη στρογγυλοκάθισε στη θέση του συνοδηγού κι έβαλε το ένα πόδι πάνω στ' άλλο.
«Βλέπω είσαι εντάξει στα ραντεβού σου. Έτσι είσαι και με τη φιλενάδα μου;» 
 Δεν της απάντησε και περιορίστηκε να σηκώσει τους ώμους του.
«Λοιπόν», του είπε καθώς έβγαζε από την τσάντα της μια ασημένια σιγαροθήκη. 
«Όλα είναι έτοιμα», της είπε και ξεκίνησε. 
«Σταμάτα σε λίγο να πάρουμε καφέδες, έχουμε ώρα έτσι;». Έβγαλε ένα τσιγάρο το έφερε στο στόμα της και το άναψε μ’ έναν επίσης ασημένιο αναπτήρα, ρωτώντας τον πρώτα ευγενικά αν είχε αντίρρηση, καθώς ο ίδιος δεν κάπνιζε. .
«Μπορώ να καπνίσω, εσύ το ξέρω δεν  καπνίζεις!».  
«Όχι δεν καπνίζω».  
«Και καλά κάνεις, είναι μια πολύ κακή συνήθεια».
Μέσα στα πέντε λεπτά που χρειάστηκε να καπνίσει το τσιγάρο της, έφτασαν και σταμάτησαν στο συνοικιακό τους βενζινάδικο για να εφοδιάσουν καύσιμα στο αυτοκίνητο.
Την ώρα που αυτός εφοδιάζει βενζίνη το αυτοκίνητο, η Ναυσικά πηγαίνοντας στο αυτόματο μηχάνημα για τους καφέδες, οι εξαίσιες καμπύλες στους γοφούς της λικνίζονται σαν τα κύματα του μελτεμιού.
Να 'σου μπροστά τους η τσουχτερή φαρμακόγλωσσα γνωστή κουτσομπόλα της γειτονιάς που παράγει και αναπαράγει φήμες για τον ένα και τον άλλο και δεν αφήνει κανέναν σε χλωρό κλαρί. Περίεργη που τον βλέπει με την χήρα έρχεται διπλά του. Έχεις «ενδιαφέρουσα» παρέα! και έκανε ένα νεύμα γεμάτο νόημα προς το μέρος της Ναυσικάς.
Αυτός χαμογελάει την κοιτάζει από πάνω μέχρι κάτω χαρούμενα και χαλαρά.
Η γειτόνισσα του κλείνει το μάτι με πονηρό χαμόγελο πάνω από τον ώμο της, σκύβει προς το μέρος του και του ψιθυρίζει, σχεδόν συνωμοτικά.
«Τη βλέπω ενθουσιασμένη τη κυρά, όλο σκέρτσο, νάζι και τσαχπινιά..... κουνά τον πισινό της σαν τη βαρκούλα σ' ένα χάιδεμα του μελτεμιού! Προφανή σημάδια πως σε γουστάρει. Σε φλερτάρει απροκάλυπτα και θα έπρεπε να το είχες καταλάβει, αλλά πρόσεχε γιατί εκτός από το φαλλό, θα σου ξεζουμίσει και το μυαλό.»
Διάβολε στο θηλυκό μυαλό της, κάθε συνάντηση της χωρισμένης θεωρείτο βρώμικη, έκλυτη και λάγνα.
Η Ναυσικά μπήκε στο αμάξι και το άρωμά της ήταν ικανό να τον καυλώσει από μόνο του. Η κίνηση στην εθνική ήταν πάλι αφόρητη λες και είχαν βαλθεί όλοι να τους δημιουργήσουν καθυστέρηση. Χιλιόμετρα ουράς αυτοκινήτων να κινούνται αργά και νωχελικά.
Ο Αλκιβιαδης την παρατηρούσε. Το ντύσιμο της πάντα τον προκαλούσε. Τον έκανε να την θέλει πιο πολύ. Είχαν γείρει και οι δυο στα παράθυρα ψιλό-κουρασμένοι, βαριεστημένοι. Οι ταχύτητες ούτε καν πρώτη, δευτέρα. Ακουμπούσε το χέρι του στο λεβιέ ταχυτήτων. Από το μυαλό του περνούσαν μύριες φαντασιώσεις. Είχαν μιλήσει για αυτές, είχαν πει διάφορα ερωτικά μεταξύ τους.
Η Ναυσικά έσκυψε γυρίζοντας του ελαφρά την πλάτη όπως καθόταν στο αυτοκίνητο και ο Αλκιβιαδης διέκρινε ένα δαντελένιο κιλοτάκι, που αχνοξεχώριζε κάτω από το λινό της φόρεμα που μισοσκεπάζε τους γλουτούς της. Για μια στιγμή, μισάνοιξαν οι μηροί της κι ανάμεσά τους άστραψε στα μάτια του σα σε φλας, η λευκότητα της κιλότας της.
Φυσικά το τι ένιωσε στη θέα αυτής της εικόνας, δεν περιγράφεται, θα έφτανε ίσως η παρατήρηση το φούσκωμα στο παντελόνι του, στα γεννητικά του όργανα.
Ήταν περίπου μια σεξουαλική εισαγωγή, που έκανε τον Αλκιβιάδη να νιώθει ένα ηδονικό κενό στο στομάχι
Βγάζοντας τελευταία φορά την ταχύτητα, παρασύρθηκε δήθεν τυχαία το χέρι του κι ακούμπησε το γόνατο της. Στάθηκε εκεί. Μάλλον της άρεσε και εκείνης. Αλλά το τελευταίο που σκεφτόταν εκείνη την ώρα ήταν κάτι ερωτικό. Το τυχαίο του άγγιγμα κάπως την ξύπνησε από το λήθαργο της κίνησης. Δεν έκανε καμία κίνηση να διώξει το χέρι του. Αντίθετα, κίνησε και λιγάκι το γόνατο της προς το μέρος του.
Ένιωσε το χέρι του σιγά-σιγά, δειλά θα μπορούσε σκεφτεί να ανεβαίνει προς τα πάνω της. Έκλεισε τα μάτια της. Το χάδι του, της έμοιαζε χαλαρωτικό, ιδανικό για να ξεφύγει από τα όσα συνέβαιναν γύρω τoυς. Μετακίνησε πιο πολύ το πόδι της προς εκείνον. Το χάδι του έφτανε τώρα πιο ψηλά, στο μηρό της, κάτω από τη μίνι φούστα της. Έκλεινε μερικές φορές τα μάτια της, μετά τα άνοιγε και κοίταγε τους υπόλοιπους στα αμάξια τους να περιμένουν σε αυτή την τρομερή κίνηση. Από το μυαλό της περνούσαν μύριες φαντασιώσεις. Ο δρόμος κάποια στιγμή άνοιξε και τώρα στη διαδρομή ένιωθαν πολύ όμορφα, και μέχρι να φτάσουν στο εξοχικό η συζήτηση πέρασε από πολλές φάσεις, με την Ναυσικά περίεργη να μάθει τα πάντα για τον Αλκιβιάδη και την σχέση του με την Ανδρομάχη, ακόμη και για τη σχέση τους στα ερωτικά.
Αργά μετά την δύση του ήλιου φτάσανε στο κτήμα της, που περιελάμβανε και μια μονοκατοικία, με μεγάλο κήπο, δέντρα και πολύ όμορφη θέα σε όλο τον κόλπο, τζάκι για το χειμώνα και δυο κρεβατοκάμαρες. Σύντομα συναντήθηκαν με γνωστό τους εργολάβο και κανόνισαν τα της εργασίας..
Στη συνέχεια άραξαν σε μια μικρή ψαροταβέρνα που βρισκόταν χωμένη στους ευκαλύπτους με εξαιρετικό ψάρι και θαλασσινά κατά μήκος της παλιάς εθνικής.
Απολαμβάνοντας έναν γευστικό συνδυασμό από σαλάτα και ψάρι με ελαφριά μπύρα σιταριού και το τέλειο συμπλήρωμα για επιδόρπιο τάρτα φρούτων πιάσανε την κουβέντα περί ανέμων και υδάτων αλλά και τα προσωπικά τους. 
Η κουβέντα προχωρούσε και έφτασε φυσικά και στο παρελθόν τους. Η Ναυσικά τελευταία παρακολουθούσε σεμινάρια που είχαν σχέση με το αντικείμενο της εργασίας της στο υπουργείο που εργαζόταν. «Λοιπόν, έμεινες ευχαριστημένη από τον κύκλο των σεμιναρίων;» την ρώτησε. «Απόλυτα», επιβεβαίωσε εκείνη. «Και τι σκέφτεσαι να κάνεις τώρα; Θα μείνεις Αθήνα τελικά;»  «Πιθανότατα»
Μια λεπτή φράντζα έπεφτε στο μέτωπό της. «Θα ήθελα να ξεκινήσω κάτι δικό μου, όμως δε νομίζω ότι είμαι ακόμα εντελώς έτοιμη. Μου έχουν προτείνει θέση διδασκαλίας στις σχολές επιμόρφωσης πληροφορικής αλλά δεν την δέχτηκα». «Κρίμα!» «Γιατί;» θέλησε να μάθει εκείνη με ένα ξαφνιασμένο χαμόγελο. «Νομίζω ότι θα ήσουν πολύ καλή σε αυτό». «Αλήθεια;» «Ναι». «Ευχαριστώ για την εμπιστοσύνη». Ο σερβιτόρος είχε φέρει τους καφέδες τους, το συνηθισμένο διπλό εσπρέσο για τον Αλκιβιάδη και κάποια περισσότερο εξεζητημένη εκδοχή του καπουτσίνο με δήθεν ιταλική γαρνιτούρα για την Ναυσικά. Ο Αλκιβιαδης ήπιε μια γουλιά από τον καφέ του. Ήταν καυτός, δυνατός και γλυκός. Είχε βάλει τέσσερις κύβους ζάχαρης μέσα, ανακατεύοντας μέχρι να λιώσουν εντελώς, για να εξαλείψει κάθε ίχνος της αρχικής πικρίλας. «Παρακαλώ! Βρίσκω ότι είσαι εξαιρετική σ' αυτό», πρόσθεσε, χαμηλώνοντας το βλέμμα του. Σήκωσε ξανά το βλέμμα του, και παρατήρησε πως ο λαιμός της ήταν αναψοκοκκινισμένος μέχρι το βάθος της εντυπωσιακής σχισμής του στήθους της, όπου ένα λευκό ενισχυμένο σουτιέν τόνιζε τις απαλές και γυαλιστερές σφαίρες των στριμωγμένων βυζιών της. Φορούσε πάντοτε εφαρμοστά λευκά πουκάμισα που στένευαν στη μέση, έτσι ώστε να τονίζονται τα πλούσια κάλλη της. Το σήμα ήταν αδιαμφισβήτητο. Ο Αλκιβιάδης κράτησε την ανάσα του καθώς ζύγιαζε την κατάσταση. Να πάρει, ήταν πολύ γοητευτική, και –μια σκέψη που πέρασε φευγαλέα από το μυαλό του– είχε περάσει μια δεκαετία από την τελευταία φορά εκεί στο υπαίθριο ντους. 
Η Ναυσικά έπιασε τον Αλκιβιάδη να την κοιτάει με αυτό το λάγνο του βλέμμα πολλές φορές, ενώ με την άκρη του ματιού της έσκυψε προς το καβάλο του. Πρόσεξε το φούσκωμα. Έντονο διαγραφόταν το ερεθισμένο καυλί του κάτω από το παντελόνι του. Ένιωσε την ανάγκη να απλώσει το χέρι της και να τον χαϊδέψει. Ένιωσε μια λαιμαργία να την κατακλύζει από τον ερεθισμό που της προκαλούσε.
Είχαν καθίσει έξω και το δροσερό αεράκι την έκανε να κρυώνει με αποτέλεσμα οι τριχούλες στα χέρια της να σηκωθούν όπως και οι ρώγες της. Από το βλέμμα του κατάλαβε πως πρόσεχε τα στριμωγμένα βυζιά της και του χαμογέλασε αμήχανα. Ήπιαν το καφέ τους  και κάποια στιγμή του λέει:
«Είσαι να συνεχίσουμε στο σπίτι μου; Κάνει ψόφο εδώ.»
«Καμία αντίρρηση…» της απαντάει. Με αργές κινήσεις, άπλωσε το χέρι του πάνω στην ξύλινη επιφάνεια του τραπεζιού και άγγιξε ανάλαφρα τα δάχτυλά της. Οι παλάμες της ήταν υπερβολικά ζεστές για την εποχή. 
Το φαγητό ήταν η αρχή.... Η γεύση και η αίσθηση λειτούργησε αφροδισιακά επάνω τους ώστε να αναζητούν την ολοκλήρωση της ευχαρίστησης..
Αποφάσισε να μην οδηγήσει άλλο και να μείνουν στο αγρόκτημα το βραδύ και το ξημέρωμα του Σαββάτου να αναχωρήσει για το χωριό του.
Η ήσυχη τοποθεσία, το αεράκι της θάλασσας, με το αγροτόσπιτο δίπλα σε μια μικρή παραλία ήταν η κατάλληλη ερωτική φωλιά, το ιδανικό σκηνικό για στιγμές χαλάρωσης που θα απογειώσει τις αισθήσεις τους και θα αφήσουν τους εαυτούς τους ελεύθερους να απολαύσουν μια ερωτική βραδιά.
«Έχεις καταλάβει πως με έχεις τρελάνει;  Θυμάσαι που μαθήτρια του λυκείου ακόμη ήθελα να σε πηδήξω ένα βράδυ;»
«Έλα ρε Αλκιβιάδη τι θυμήθηκες τώρα.» Του απαντάει!
«Τι να θυμήθηκα ρε Ναυσικά; Σε βλέπω και μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι. Τι λες να κάνουμε ένα ματσάκι που δεν κάναμε στα παλιά;»
«Αλκιβιάδη για  ηρέμησε λίγο σε παρακαλώ.» Η αλήθεια είναι ότι όσο και αν το έπαιζε δύσκολη ήθελε ένα γαμήσι με τον  Αλκιβιάδη. 
Δεκαπέντε λεπτά μετά βρίσκονταν στο σπίτι της..
Φιλήθηκαν. Η ανάσα της ένα κοκτέιλ τσιγάρου, καπουτσίνο, πάθους και ζέστης που αναδυόταν από το στομάχι της. Η ανάσα της να κόβεται καθώς τα χέρια του περνούσαν γύρω από τη μέση της και το στήθος του πίεζε το δικό της, με τις σκληρές ρώγες της να κολλάνε πάνω του, προδίδοντας την αναστάτωση της. Η ανάσα της καυτή πάνω στον τεντωμένο λαιμό του καθώς εκείνος έχωνε τη γλώσσα του στο αριστερό της αφτί, δαγκώνοντας το λοβό της και γλείφοντας το εσωτερικό του εναλλάξ, κάνοντας ολόκληρο το κορμί της να σφιχτεί από την απόλαυση και την προσμονή. Η Ναυσικά δεν βιαζόταν, στεκόταν στη μέση του δωματίου λίκνιζε το κορμί της κι άρχισε να βγάζει τα ρούχα της αργά κι αισθησιακά.Βάλθηκε να ξεκουμπώνει το λευκό της πουκάμισο, ενώ εκείνη κρατούσε την ανάσα της. Το λεπτό ύφασμα ήταν τόσο τσιτωμένο, που ο Αλκιβιαδης αναρωτήθηκε πώς κατάφερνε εκείνη να ανασαίνει. Το ένα κουμπί μετά το άλλο απελευθέρωνε την απαλή της επιδερμίδα, με το πουκάμισο να υποχωρεί σταδιακά, ώσπου να αφεθεί ολοκληρωτικά σε μια ηδυπαθή εγκατάλειψη. Απόκρημνοι λόφοι ανάμεσα στους οποίους θα μπορούσε να χαθεί, αν και, υπό φυσιολογικές συνθήκες, προτιμούσε λιγότερο πληθωρικά δείγματα θηλυκότητας. Η Ναυσικά ήταν γυναίκα με τα όλα της, από την προσωπικότητά της, τη φυσική εξωστρέφεια της μέχρι και την τελευταία καμπύλη του σώματός της. Το χέρι της στάθηκε πάνω στον καβάλο του τσιτωμένου τώρα παντελονιού του. Εκείνος έκανε ένα βήμα πίσω, δε βιαζόταν να απελευθερώσει τον ανδρισμό του.  Η γαλήνη πριν από την καταιγίδα. Η συνειδητοποίηση πως είχε φτάσει το σημείο χωρίς επιστροφή, είχαν ξεπεραστεί τα όρια και το γαμήσι ήταν πλέον αναπόφευκτο. Πήρε μια βαθιά ανάσα, εισπνέοντας το αμυδρό, μη οικείο άρωμα του βουτύρου κακάο. «Τι άρωμα φοράς;» τη ρώτησε, με την περιέργειά του κεντρισμένη από την ασυνήθιστη εκείνη οσμή. «Α, αυτό!» έκανε η Ναυσικά χαμογελώντας με νόημα. «Δεν είναι άρωμα, είναι απλώς η κρέμα που απλώνω στην επιδερμίδα μου κάθε πρωί. Διατηρεί το σώμα μου απαλό. Δε σου αρέσει;» «Είναι ασυνήθιστο, το ομολογώ», απάντησε Η Ναυσικά ξεκούμπωσε το σουτιέν της και το στήθος της ξεχύθηκε, απρόσμενα στητό και σφιχτό. Οι παλάμες του Αλκιβιάδη ταξίδεψαν μέχρι τις σκληρές σκούρες ρώγες της. Την παρακολούθησε καθώς κατέβαζε το φερμουάρ της επώνυμης φούστας της, αφήνοντάς τη να σωριαστεί στο πάτωμα και περνώντας στη συνέχεια από πάνω της με τις καφέ δερμάτινες γόβες της. Είχε δυνατούς μηρούς, σε αρμονία με τον ψηλό κορμό της, κι όπως στεκόταν ακίνητη, με τα στήθη της γυμνά, να προβάλλουν περήφανα και στητά, ντυμένη μόνο με το ψηλοκάβαλο μαύρο εσώρουχό της, τις ασορτί ζαρτιέρες και τις καλογυαλισμένες μπότες της, φάνταζε σαν πολεμόχαρη αμαζόνα. Άγρια αλλά πειθήνια. Επιθετική αλλά έτοιμη να υποκύψει. Κοιτάχτηκαν στα μάτια. «Εσύ», τον διέταξε. Ο Αλκιβιάδης ξεκούμπωσε το πουκάμισό του και το άφησε να πέσει στη μοκέτα του πατώματος κάτω από το άγρυπνο βλέμμα της. Ένα πονηρό χαμόγελο διαγράφτηκε στα χείλη της Ναυσικάς καθώς ο Αλκιβιαδης αρνήθηκε να συνεχίσει, παροτρύνοντας τη βουβά με το βλέμμα του να συνεχίσει να γδύνεται. Η Ναυσικά με ένα τίναγμα του ποδιού της πέταξε πέρα, τη μια μετά την άλλη τις γόβες της. Ύστερα έσπρωξε τις λεπτές νάιλον κάλτσες της προς τα κάτω, κι όταν έφτασαν στους αστραγάλους της, τις τράβηξε και τις έβγαλε.
Ήταν πραγματικά υπέροχη, μα όταν κατάλαβε ότι αυτός δεν άντεχε να συγκρατήσει τον εαυτό του άλλο σταμάτησε το χορό του στριπτήζ, άλλωστε δεν έμενε και τίποτα να βγάλει και γονάτισε εμπρός του ανάμεσα στα πόδια του. Η ανάσα της βάρυνε τον κοίταξε με ύφος πρόστυχο, ερωτικό, ερεθισμένο. Απρόσμενη για εκείνον ήταν η επόμενη κίνηση της. Έπιασε το πούτσο του τύλιξε τα δάχτυλα της γύρω του και χωρίς να βιάζετε, άρχισε απαλά να γλείφει κυκλικά το κεφάλι της ψωλής και μετά όλη από πάνω μέχρι τ’ αρχίδια. Με ένα βασανιστικό ρυθμό το έβαζε και το έβγαζε στο στόμα της. Τον άκουγε να βαριανασαίνει. Καταλάβαινε εύκολο πόσο πολύ του άρεσε. Δεν χρειάστηκε να βάλει όλη της την τέχνη. Ήταν έτοιμος… Αλίμονο! τι συμφορά! Ήδη με τα πρώτα γλειψίματα ένιωθε ότι ο πούτσος του είχε γίνει καυτός και ότι σε λίγο θα έσκαγε. Πράγματι, μετά από λίγο ένιωσε το καυτό του σπέρμα, να ξεχύνεται σαν ιπτάμενος πίδακας να εκτοξεύεται από την κορυφή του πέους και να πέφτει πάνω στο πρόσωπό, στο κορμί και μέσα στο στόμα της Ναυσικάς .
Κάνοντας μια προσπάθεια να συνέλθει, έκλεισε τα μάτια του πήρε βαθιές ανάσες, αφού φύσηξε, ξεφύσηξε, μουρμούρισε εμφανώς απογοητευμένος και χωρίς να μπορεί να χωνέψει ακόμα την απιστία του. «Σκατά τα έκανα!».
Ο Αλκιβιάδης αλλιώς το φανταζόταν το ερωτικό κλίμα στην πρώτη φορά μιας εξωσυζυγικής περιπέτειας και δη με μια γυναίκα που γνώριζε καλά και ποθούσε. Σιωπηλός και απογοητευμένος με τη γρήγορη εκσπερμάτωση, κοίταξε προς τη Ναυσικά αμήχανος και με μια στωικότητα ότι δεν την περίμενε και για την δική της ικανοποίηση και ένιωθε άβολα. Η Ναυσικά τον αντιμετώπισε μ’ ένα συγκαταβατικό χαμόγελο γεμάτο κατανόηση, προσπαθώντας να δικαιολογήσει με ηρεμία τη κατάσταση και όταν κάπως ηρέμησε ο Αλκιβιάδης του μίλησε με τρυφερότητα και του έδωσε όλα τα δίκια, ώστε στη συνέχεια η διαχείριση των συναισθημάτων του να είναι πιο ελέγξιμη απ’ ό,τι η αρχική. 
«Εγώ τα έχω αφήσει πίσω αυτά και σε καταλαβαίνω απόλυτα.» Του είπε.
Η υπόλοιπη βραδιά συνεχίστηκε χαλαρά και με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, χάρις στις πολύ φιλότιμες προσπάθειες της Ναυσικάς.
Η Ναυσικά τον πήρε από το χέρι και του είπε «Νομίζω ότι πρέπει να πάμε στην κρεβατοκάμαρα για να σου εξηγήσω πως θα ηρεμήσεις»…
Ο Αλκιβιαδης σαν όλους τους ανθρώπους είναι φύσει σεξουαλικά ον, γεγονός που καθιστά το σεξ γι αυτόν όχι μόνο ένα μέσο αναπαραγωγής αλλά και ως τρόπο απόλαυσης. Το πρωί είχε πολύ άσχημη διάθεση. Είχε φερθεί σαν κόπανος. Τι στο καλό είχε πάθει; Νιώθει τύψεις και ενοχή στα μεθ' εόρτια της απόλαυσης, και της χαράς με τη Ναυσικά, ως στοιχείο αρνητικής συμπεριφοράς, που απάτησε την Ανδρομάχη του.
Απ΄ το άγριο ξημέρωμα προφασίστηκε ότι του τηλεφώνησαν πως υπάρχει επείγον πρόβλημα στην εργασία του. Ανέβαλε τον προορισμό για το εξοχικό τους, αναχώρησαν για την επιστροφή. Στο δρόμο ενώ αυτός οδηγεί η Ναυσικά τον χαϊδεύει παιχνιδιάρικα και του απευθύνει ασταμάτητη ερωτική βωμολοχία, ενώ ταυτόχρονα το άλλο χέρι της το έχει χώσει κάτω από το φουστάνι της και χαδευόταν στο μουνί της.
Μέχρι να φτάσουν στου γυρισμού τον προορισμό, προσπαθεί να εξισορροπήσει την αντιφατική πραγματικότητα που βίωσε.
Και με την επιθυμία να ξεπεράσει τις αδυναμίες του τις στιγμές εκείνες, την κοιτούσε μπερδεμένος, δίνοντας της ταυτόχρονα υποσχέσεις για ερωτικές στιγμές που θα μείνουν αξέχαστες. Σε καμία από αυτές τις δεσμεύσεις δεν αποδείχτηκε συνεπής. Δεν τήρησε καμιά υπόσχεση του.!
Ο Αλκιβιαδης νιώθει επώδυνο το συναίσθημα της ενοχής για την εξωσυζυγική σεξουαλική του απιστία! Νιώθει ότι ήταν σφάλμα να αναζητήσει αυτό το πάθος από μία εξωτερική πηγή και με αυτό που έπραξε τα κατάφερε να έλθει σε σύγκρουση με το σύστημα αξιών τους και τις απόψεις τους περί οικογενείας και την πράξη αυτή τη βιώνει ως προσωπικό τραύμα.
Η γοητεία του σεξ δείχνει την ανάγκη αυτό που το σώμα του ζητάει να αφυπνίσει τον εγκέφαλο του. Η νόηση του όμως και η συνείδηση του έχει τα δικά της όρια. Είναι σαν να λέει στη σύντροφο του: «Δεν είσαι αρκετή για μένα». Και αυτό του είναι πολύ σκληρό για να σκεφτεί να την απατήσει ξανά. Το ψυχολογικό βάρος που σήκωσε μετά την απιστία δεν αξίζει για κανέναν λόγο τελικά, για μερικές στιγμές ευχαρίστησης, κι αυτό τον κάνει να νιώθει πολύ άσχημα. Θεωρεί πιο σημαντικό το δέσιμο και την εμπιστοσύνη στο δεσμό τους από μία εφήμερη απόλαυση, ακόμη και εάν ο νέος σύντροφος είναι πιο σέξι, πιο επιθυμητός, πιο περιπετειώδης, και η ερωτική δίνη που υπόσχεται είναι πολλών μποφόρ.
Η εικόνα όμως της συμπεριφοράς της Ανδρομάχης του έχει δημιουργήσει έντονο προβληματισμό καθώς είναι διάχυτη η αίσθηση του ότι «κάτι» συμβαίνει. Όταν μάλιστα, στην περίοδο που αυτός της δείχνει να την θέλει αρκετά σεξουαλικά εκφράζοντας με θόρυβο το παράπονό του ότι «τον πάει στη γωνία», βλέποντας τις προτεραιότητές της, χωρίς το σεξ! Αυτό το «κάτι» του μεταδίδει ταυτόχρονα και ένα μήνυμα στην αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμησή του. Είναι σαν να του λέει εμμέσως ότι δεν την ελκύει πια, δεν τα βρίσκουν πλέον στο σεξουαλικό, δεν καταφέρνει να της ξυπνά την ερωτική επιθυμία.
Αποφασίζει πως είναι καιρός να συζητήσει για το πρόβλημα που τον απασχολεί με ένα φίλο από τα παλιά, έναν θαλασσόλυκο καπετάνιο που τον θεωρεί αυθεντία στα ερωτικά.
Η αυθεντία με το κύρος του, σαν έτοιμος από καιρό προσπαθεί να του δώσει τη λύση.
Αρχίζει από το χειρότερο αλλά πιθανό σενάριο που μπορεί να συμβαίνει.
«Καλέ μου φίλε, τα πράγματα είναι απλά στη ζωή. Μην σε πιάνει πανικός! Μείνε ψύχραιμος. Γιατί μάλλον υπάρχει άλλος.» Τον συμβουλεύει και σαν άλλος επιθεωρητής Κλουζώ εν δράσει του αναλύει τα σημάδια.
Παρά την επικρατούσα άποψη ότι ο άνδρας είναι ο κυνηγός και η γυναίκα το θήραμα, συνήθως γίνεται το αντίθετο. Η γυναίκα, σε αντίθεση με τους άντρες, όταν ερωτεύεται δίνει ψυχή και σώμα. Αν λοιπόν έχει ενθουσιαστεί με κάποιον άλλον, μην περιμένεις να κάνει σεξ μαζί σου, τουλάχιστον όχι με την καρδιά της. Το μυαλό της είναι αλλού και δυστυχώς για εσένα εκεί ακριβώς θα επιθυμούσε να είναι και το σώμα της.
Και γιατί να κάνετε σεξ, αφού εκείνη αντλεί ικανοποίηση  από αλλού;
Ακόμα και αν δεν είναι άπιστη, ακόμα και αν δε σε έχει κερατώσει, σίγουρα το ερωτικό στοιχείο μεταξύ σας έχει εξασθενήσει υπερβολικά πολύ.
Έχει μούτρα, αποφεύγει να σε κοιτάξει στα μάτια, μιλάει ελάχιστα. Είναι φανερό πως με κάτι είναι ενοχλημένη, ωστόσο, δεν μπαίνει στη διαδικασία να στο εξηγήσει όσες φορές κι αν εσύ ρωτήσεις «τι έχεις;». Δεν είναι νάζι, δεν είναι κοριτσίστικη ιδιοτροπία, δεν είναι τακτική ή στρατηγική. Είναι μια κουρασμένη γυναίκα που έχει βαρεθεί να τονίζει το αυτονόητο. Τι τής απομένει; Τα μούτρα η έχω πονοκέφαλο! Δεν υπάρχει εραστής, φίλος ή σύζυγος που δεν έχει ακούσει έστω για μια φορά τη δημοφιλέστερη δικαιολογία για να μην κάνει μια γυναίκα σεξ. Η αλήθεια είναι προφανώς πως απλά δεν θέλει. Γιατί, τότε, δεν το λέει. Και πάλι ενοχικά σύνδρομα, κατάλοιπα παλαιότερων γενεών, είναι η αιτία. Η γυναίκα θέλει να σερβίρει την απόρριψη ευγενικά, ώστε να σε πληγώσει όσο γίνεται λιγότερο. Το «έχω πονοκέφαλο» είναι σαφώς ηπιότερο από το «δεν θέλω ούτε να με αγγίξεις σήμερα», δεν βρίσκεις;
Τώρα αν είσαι άτυχος και πέσεις σε μία τέτοια γυναίκα, θα σε έχει σίγουρα βασιλιά, αλλά ψάχνε κάθε τόσο το κεφάλι σου!
Η εμφάνιση και γενικότερα η παρουσία δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο, καθώς δεν είναι λίγες οι φορές που μπορεί να δούμε μία γυναίκα σεμνή και χαμηλοβλεπούσα και μετά από λίγο να μάθουμε ότι έχει κάνει τα τέρατα! Να ξέρεις, ότι όλες οι γυναίκες, ότι εμφάνιση κι αν διαθέτουν, έχουν τουλάχιστον έναν θαυμαστή στο περιβάλλον τους ο οποίος παρά το γεγονός ότι γνωρίζει ότι είναι δεσμευμένες, τις πολιορκεί διακριτικά. Δεν είναι πρωτοφανές, όσο κι αν σου ακούγεται περίεργο, μια γυναίκα μέσα στην πορεία της ζωής ενός γάμου να χάσει το σεξουαλικό ενδιαφέρον χωρίς όμως να χαθεί η συναισθηματική αναγνώριση και η αγάπη προς τον σύντροφο της, έχοντας όμως διαχωρίσει τη σεξουαλικότητα από τη συναισθηματική επαφή.
Μάλιστα όλες αυτές που συνειδητοποιούν ότι δεν έχουν πια το σεξουαλικό ενδιαφέρον για τον σύντροφό τους, δεν σημαίνει ότι έχουν μπει οι ίδιες σε σεξουαλική σιγή, καθώς μόλις αποκτήσουν καινούργιο σύντροφο, η λίμπιντο επιστρέφει στα ύψη.
Ένας φίλος μου ταξιδιάρης και φιλόσοφος του δρόμου μου ’χε πει κάποτε ότι «οι γυναίκες έχουν δυο ηλικίες, τις ανέραστες που γεννήθηκαν γριές και τις ερωτιάρες που είναι και μένουν πάντα νέες. Δεν έχει σημασία η ηλικία τους αλλά ο πόθος και το πάθος τους για έρωτα. Αυτό δεν έχει σημασία με την μούρη αλλά με την ψυχή τους. Κι είχε δίκιο, μια φορά είδα εξηντάρα να παίρνει παρτούζα δυο αρσενικά και να τους κάνει να φτύνουν τις μάνας τους το γάλα.
Και οι στατιστικές, σαφέστατες! Σύμφωνα με την πιο έγκυρη, το εξήντα πέντε τα εκατό των γυναικών ομολογούν πως έχουν απατήσει τους άντρες τους.
Και μήπως είναι σίγουρο το άλλο τριάντα πέντε; Αυτές απλώς δεν το λένε!
«Αφού το κάνει αυτή γιατί να μην το κάνω κι εγώ;» φαίνεται να σκέφτονται όλο και περισσότερες γυναίκες.
Με τέτοια συντριπτικά ποσοστά, μάλλον κάποια ανυπέρβλητη ανάγκη οδηγεί όλες αυτές τις γυναίκες στην απιστία ή ακόμα και η ίδια η φύση. Κανένα ζώο δεν είναι εκατό τοις εκατό μονογαμικό στο εκατό τοις εκατό της ζωής του. Πόσο εύκολο είναι να αντισταθεί στα «γραμμένα» του DNA της; Ίσως, τελικά, η μονογαμία να επιτυγχάνεται μόνο μέσω μοιχείας.  Και να μην ξεχνάς την κλειτορίδα ως το μοναδικό όργανο που είναι σχεδιασμένο αποκλειστικά για ευχαρίστηση, καθώς διαθέτει 8.000 νευρικές απολήξεις, διπλάσιες από αυτές του πέους. Η κλειτορίδα είναι η Ιερή, η Μεγάλη πιστοποίηση της γυναίκας ως σεξουαλικού όντος. Μητέρα του οργασμού, απαράβατο κέντρο λατρείας και φροντίδας από το οποίο πηγάζουν ανεκτίμητης ορμής ποτάμια, ηλεκτρισμένα, σχεδόν θανατηφόρα. Πώς αλλιώς; Αφού μιλάμε για το γυναικείο ανάλογο του πέους.
Είναι γνωστός ο μύθος που καταδιώκει επί αιώνες τη γυναικεία σεξουαλικότητα.
..........«Ο μύθος θέλει το μάντη Τειρεσία να τυφλώνεται από το εκδικητικό μένος της θεάς Ήρας, όταν τόλμησε να μην τη στηρίξει στη διαμάχη της με το Δία σχετικά με το ποιος έχει τον πιο έντονο οργασμό -ο άντρας ή η γυναίκα. Όταν εκείνος δήλωσε με βεβαιότητα ότι ο γυναικείος οργασμός είναι πολλάκις πιο ισχυρός από τον αντρικό, η Ήρα, νιώθοντας ότι ο Τειρεσίας πρόδωσε το πιο απόκρυφο γυναικείο μυστικό, τον τύφλωσε.»......
«Δηλαδή μου λες είναι αναπόφευκτο..... έρχεται η μέρα, λοιπόν.... που κάποια στιγμή στη ζωή μας η απιστία μας χτυπάει την πόρτα; Όλοι κάποια στιγμή θα κερατώσουμε ή θα κερατωθούμε;» Ρητορικό το ερώτημα του στον ειδήμονα.
Γι' αυτόν είναι δύσκολο να πιστέψει ότι υπάρχει χώρος για απιστία σε μια φυσιολογική σχέση, όπου κυριαρχεί η αγάπη.
«Και να ξέρεις» του τόνισε απτόητος την συνέχεια της ανάλυσις ο θαλασσόλυκος.
Φυσιολογικοί άνθρωποι δεν υπάρχουν, είναι ένας μύθος η κανονικότητα. Όταν οι «μάσκες πέφτουν» παύουν να είναι όλα καλά και φυσιολογικά. Ακόμα κι εκείνος που σου φαίνεται τόσο κανονικός, τόσο απλός, κρύβει στην ντουλάπα του σκελετούς και δυναμίτες, πτώματα, ενοχές και πόθους.
Οι μόνοι φυσιολογικοί άνθρωποι είναι αυτοί που δεν γνωρίζουμε.......
«Γεννηθήκαμε άπιστοι!» Το σεξ δεν αποδέχεται την ηθική γιατί το σεξ είναι και ανήθικο και ακόλαστο. Δεν μπορείς να το μετρήσεις με όρους ηθικούς. Μπορεί να δώσει κάποιος εντολή σε μία επιθυμία που είναι «πρωτόγονη!» όχι!
Γνωρίζουμε τη διάσημη αυτή φράση του Freud, ο οποίος έπειτα από τριάντα χρόνια μελέτης της γυναικείας ψυχής, δεν κατόρθωσε να απαντήσει στην ερώτηση «τι θέλει η γυναίκα». 
Ο εραστής δεν ρωτάει πολλά. Να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα. Δεν θέλουν να γίνουν φιλαράκια, ούτε θα λύσουν την οικονομική κρίση. Δεδομένου του περιορισμένου χρόνου, εστιάζουν στο θέμα που τους αφορά: το sex. Ταυτόχρονα υπάρχει μια ζωώδης αλήθεια της γυναικείας επιθυμίας.! Ο εραστής της βγάζει τον πιο ακομπλεξάριστο εαυτό της και δεν αφήνει χώρο σε ντροπές και στερεότυπα. Τα «μη», τα «όχι» και τα «πρέπει» τα έχει ήδη. Αυτό που αναζητά είναι να απελευθερωθεί από κανόνες και περιορισμούς, της αρέσει η ελευθερία να πειραματίζεται να εξερευνά και να ικανοποιεί όλες τις σεξουαλικές της ανάγκες και φαντασιώσεις με τον εραστή από ότι με τον σύντροφο της. 
Ο εραστής δεν κάνει σχέδια για το μέλλον. Το πιο πιθανό είναι ότι το μέλλον του είναι ήδη τόσο γεμάτο από σχέδια, που δεν χωράει ούτε ένα μικρό σκίτσο. Περιορίζονται λοιπόν στο σχέδιο της επόμενης συνάντησης – εκτός απροόπτου δηλαδή.
Και αν είναι και νεαρός είναι καλύτερος. Οι λόγοι είναι προφανείς: δεν έχει προβλήματα στύσης, τον ενδιαφέρει ο γυναικείος οργασμός περισσότερο από το δικό του, και δεν θα τη δει ποτέ στα σοβαρά.
Ο Αλκιβιάδης δεν είχε ποτέ του αμφιβολίες για την πίστη της Ανδρομάχης του, ποτέ δεν ένοιωσε ανησυχία για τη σχέση τους. Αλλά διάβολε σήμερα ο θαλασσόλυκος κατόρθωσε να του δημιουργήσει αμφιβολίες και σύγχυση.
Ερωτήματα πολλά. «Τι έχεις να πεις προφέσορα;» Ρώτησε με απορημένο ύφος.
«Δηλαδή;»
«Τι γνώμη σου ζητάω»
«Μου βάζεις δύσκολα. Δεν κάνω μαντείες πάνω από μια γυάλινη σφαίρα, δεν έχω ικανότητες θείας αποκάλυψης ούτε πιστεύω σε μυστικιστικές ενοράσεις. Μου είναι αδύνατο να πω σε κάποιον ποιο άλογο θα κερδίσει στον ιππόδρομο, πόσα χρόνια θα ζήσει η αν η γυναίκα του τον απατά. 
Δεν υπάρχει ξεκάθαρη απάντηση. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να πω να μη το παίρνει και κατάκαρδα αδελφέ μου αν η γυναίκα κάποιου τον απατά. Άμα νοιώσει ο κερατάς τη γλύκα του κεράτου, μέλι και γάλα γίνεται με τη νοικοκυρά του. Πολλοί είναι αυτοί που κρέμασαν τη φωτογραφία τους παραδίπλα στα πορτρέτα των πιο διάσημων της ιστορίας με το θέμα αυτό. Ήφαιστος, Αγαμέμνονας, Μενέλαος, κι άλλων ενδόξων.»  Του λέει με ένα δραματικό-κοροϊδευτικό ύφος και του κλείνει το μάτι φιλικά . Ήταν φανερό ότι ο θαλασσόλυκος διακωμωδεί τις καχυποψίες του Αλκιβιάδη.
«Σόρυ φίλε μου που στα λέω χύμα, αλλά έτσι δουλεύει η ζωή. Τι να κάνουμε; Και μήνυση να της κάνεις δεν αλλάζει.»
«Πως το είπες το ποσοστό έξι στις δέκα; Κι εγώ θα είμαι η εξαίρεση;» Αναρωτήθηκε μέσα από τα δόντια του ο Αλκιβιάδης. Φαίνεται ότι το κοροϊδευτικό ύφος του θαλασσόλυκου δεν γαληνεύει την ψυχή του. Αντίθετα του δημιουργεί ανησυχία με έντονη καχυποψία.
Εδώ και καιρό γνωρίζει ένα ζευγάρι αγαπημένο, με ζωή ασυννέφιαστη. Και ξαφνικά μαθαίνει πως η κυρία πηδιέται σα σκύλα. Ο αφελής σύζυγος την κοιτάει στα μάτια.
Συμβαίνει βέβαια και το αντίθετο. Αλλά αυτό δεν τον αφορά. Συνέχισε τις σκέψεις του.
Να την ελέγξει, του είναι αδιανόητο. Το θεωρεί αναξιοπρεπές. Την αγαπάει και την σέβεται. Δεν διανοήθηκε ποτέ να την αμφισβητήσει. Αλλά το βράδυ, όταν του αρνείται την αγκαλιά της αρχίζει να αναρωτιέται: «Κι αν;» Θα ήταν τόσο φυσικό.
Εδώ που τα λέμε, το αντίθετο είναι αφύσικο. Αφού η συντριπτική πλειοψηφία αυτό κάνει. Αποκλείεται αυτός να είναι η εξαίρεση! Αλλά δεν είχε και καμία ένδειξη.
Απλώς νοιώθει ότι η σεξουαλική καμπή στη σχέση τους μπορεί και να οφείλεται στο ότι η Ανδρομάχη του έχει αφοσιωθεί στα παιδιά τους. Τα έχει σε πρώτο πλάνο.
Το αντιλαμβάνεται. Αυτή είναι η φύση. Είναι απολύτως λογική αυτή η εξέλιξη στις σχέσεις ... είναι αναπόφευκτη..... η ερωτική επιθυμία μπαίνει σε τροχιά ύφεσης, και προσπερνά ότι είναι σημαντικό στον γάμο της να κρατά ζωντανή την επικοινωνία και τον ποιοτικό χρόνο με τον σύντροφό της.
Αυτός την εξωσυζυγική σχέση την θεωρεί κατάσταση νοσηρή, να είναι μ’ έναν άνθρωπο που τον αγαπά, τον πονά και τον φροντίζει ως τον σύντροφό του και ταυτόχρονα να υποστηρίζει καινούργιες συγκινήσεις πού γεμίζουν το κενό του και να γεύεται την ηδονή και τη σεξουαλική απόλαυση με κάποιον άλλον. Δεν το μπορεί.... ώστε η ιδέα της απιστίας δεν του περνάει καν από το μυαλό ή τον αγγίζει τόσο λίγο που δεν έχει σημασία.
Πως το είχε νοιώσει με την Ναυσικά; «Σκατά».
Εκτός φυσικά, όταν πρόκειται για τις προσωπικές του στιγμές.
Το μυαλό του πλάθει εικόνες νοητές, και απόλυτα πιπεράτες..... το ερωτικό του πάθος τρέφεται από εικόνες --με φανταστικές ερωμένες--.
Σ' ένα λιμάνι με ομίχλη και σκούρα λυπημένη θάλασσα. Καράβια που σφυρίζουν ασταμάτητα και όμορφες γυναίκες. Γυναίκες γεννημένες για να σε μεθύσουν με τις ομορφιές τους, να σε περιμένουν με την ανάγκη να αγαπηθούν παράφορα, να τους κάνει κάποιος έρωτα. Κι αυτός ν' ανάβει και να σβήνει στην αγκαλιά τους...... νιώθει ότι βρήκε τον παράδεισο και την κόλαση στο πρόσωπό τους!
«Και τώρα Μούσα Ερατώ,
έλα κοντά μας
και πες μας πώς ο Ιάσονας ...
έφερε το χρυσόμαλλο Δέρας...
από τον ερωτά του στη Μήδεια ...
γιατί έχεις τις χάρες
της Κύπριδας Αφροδίτης...
και φέρνεις τη μαγεία
στα ανύπαντρα κορίτσια...»
Μούσα εκείνες τις στιγμές μπορεί να είναι η ίδια η Ανδρομάχη του.
Είναι το εισιτήριο εκείνης που θαυμάζει, εκστασιάζεται και αποκαλύπτει τις βαθύτερες σεξουαλικές του ορμές όταν μπαίνει ως στόχος στο μυαλό του και στις σεξουαλικές φαντασιώσεις του. Η νύκτα χαϊδεύει τα όνειρα και η σιγαλιά τις σκέψεις.
Ερευνά άσεμνα και ακόλαστα...... βγάζοντας στην επιφάνεια τις πρωτόγονες απόκρυφες παρορμήσεις του, με λατρευτική αφοσίωση, σαν να προσπαθεί, να έλθει σε σωματική επαφή μαζί της.
Παραδομένος στο πάθος του με αυθάδεια σεργιανούσε σε λιβάδια διονυσιακής μέθης και ηδονής.
Ανακουφισμένος χαλάρωσε, και με αργές, νωχελικές κινήσεις αναχωρεί για την κρεβατοκάμαρα τους.
Μια μεγάλη έκπληξη, σαν πειρασμός ακάλεστος ήρθε να ταράξει την τρικυμισμένη τον τελευταίο καιρό είναι αλήθεια ερωτική τους σχέση. Μα η ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις. Κάποιες στιγμές μάλιστα κάποια περιστατικά μας προκαλούν απρόσμενη έκπληξη και μας αφήνουν γεμάτους απορία.
«Άργησες!», του είπε η γοητευτική συντροφος του με ναζιάρικη φωνή, κάνοντας αυτά τα «κουταβίσια μάτια», όλο χάρη και γοητεία, όταν τον είδε να ξεπροβάλλει στην πόρτα του δωματίου.
«Μουτράκια μωρό μου και αργείς να έλθεις στο κρεβάτι τα βράδια;» του λέει χαδιάρικα.
Ασφαλώς, δεν τόλμησε να τις εκμυστηρευτεί τις μύχιες σκέψεις του και περιορίστηκε μονάχα στο ν' αρνηθεί. «Όχι βέβαια! Γιατί να το κάνω αυτό;»
«Μα δεν με πλησιάζεις τελευταία στο κρεβάτι, ούτε καν αναφέρεις κάτι.» Του λέει.
«Απλά σέβομαι τις επιθυμίες σου οι οποίες τελευταία δεν συμπεριλαμβάνουν το κομμάτι αυτό της συμβίωσής μας.»
Ωστόσο, η Ανδρομάχη δεν είναι από εκείνες που παραδίνονται στον «εχθρό» αμαχητί. Είχε, λοιπόν, έτοιμο το «καρφί» που του το πέταξε στη συνέχεια:
«Αυτό, κούκλε μου, µου το λες τώρα ως απειλή;.»
Η αλήθεια είναι ότι αυτός τα έχει χάσει μπροστά στον απροκάλυπτο τρόπο που η σύντροφος του ερωτοτροπεί απόψε. Στα μάτια της που του χαμογελούσαν μελιστάλαχτα, διακρίνεται διάχυτος ερωτισμός, αρκούντως ερεθιστικός…. «πολλά υποσχόμενος.»
Η Ανδρομάχη με όλη την ομορφιά της απλώθηκε στο κρεβάτι σαν γάτα, αισθησιακή και νωχελική, επιτρέποντας στο σεντόνι που κρατούσε δήθεν από ντροπή να γλιστρήσει, αποκαλύπτοντας ωστόσο με ακριβή και προσεχτική επιμέλεια, κάποιες γωνιές του κορμιού της, ασφαλώς για να φαίνεται πιο προκλητική και να μπορεί να διεγείρει την φαντασία του καλύτερα, ξυπνώντας μέσα του όλα τα «άγρια» και «ατίθασα» ένστικτα του έρωτα.
Η ατμόσφαιρα, το όλο κλίμα που δημιουργείται και η σκηνή με το σεντόνι κινητοποιεί τη φαντασίωση του και τον προετοιμάζει για το θέαμα που θα επακολουθησει. Η γοητεία της αποπλάνησης βάζει ξανά τη σύντροφο του στο ερωτικό παιχνίδι όπου αρχίζει να αναζωογονείται, να έχει ενέργεια, και όλα αυτά σε αντίθεση με τον τελευταίο καιρό όπου  στη σχέση τους επικρατούσε ηρεμία και ρουτίνα, και η ερωτική επιθυμία είχε μπει στο ντουλάπι.
«Μήπως ενοχλώ τη βραδινή σου ηρεμία και ρουτίνα;»
Ένα πονηρό χαμόγελο ανέβηκε στα χείλη της, καθώς έλεγε: «Αγάπη μου! Σε διαβεβαιώνω, δεν έχω ενοχληθεί στο ελάχιστο. Ίσως θα θέλεις να μου κάνεις παρέα.»  και απόμεινε εσκεμμένα σιωπηλή για μια στιγμή.
Ο Αλκιβιαδης χαμογέλασε όχι με ιδιαίτερη ικανοποίηση. «Πολύ δελεαστική προσφορά!» Αγνοώντας τη προκλητική στάση της Ανδρομάχης προσπαθώντας να ξεπεράσει τη νευρικότητά του και να εξηγήσει τις συνθήκες αυτής της απρόσμενης έκπληξης.
«Το διασκεδάζεις, να με πειράζεις απόψε! Κάνω λάθος;» 
«Το διασκεδάζω πολύ. Μη μου πεις, αγάπη μου, ότι είσαι κουρασμένος!»
«Γιατί ρωτάς μωρό μου;»
«Γιατί απόψε έχουμε πολλή δουλειά.» Του ψιθύρισε ναζιάρικα.
Αχ, μούσα μου! Εσύ που τα βλέπεις και όλα τ’ ακούς! Και τι δεν θα έδινε στ’ αλήθεια για να της πει ότι όντως είναι κουρασμένος. Ότι η μούσα τον είχε κάνει πτώμα. Όμως, για τίποτα στον κόσμο δεν θα της έλεγε κάτι τέτοιο. Είναι απαράβατος κανόνας, ποτέ του να μην υποπέσει σ’ αυτό το σφάλμα. Να προβεί δηλαδή σε μια ανάλογη «ομολογία» απέναντι στη γεμάτη σφρίγος και ζωντάνια σύντροφο του, όταν της αρέσει να τον σκανδαλίζει, να τον σαγηνεύει, να ξυπνάει μέσα του τις πιο απόκρυφες επιθυμίες. Δεν είπε τίποτα, μόνο σήκωσε ελαφρά το σεντόνι και γλίστρησε αθόρυβα στο κρεβάτι δίπλα της. Το χέρι της άρχισε να διατρέχει το σώμα του, κινούμενο «επικίνδυνα» προς τις «κάτω περιοχές», αυτές τις «άκρως ανδρικές»!
«Ουπς! Τι έχουμε εδώ; Σαν μαραμένη γλαδιόλα είναι αγάπη μου.»
Αυθόρμητα, δίχως σκέψη και προετοιμασία ενέδωσε στο πειρασμό να πάρει το αίμα της πίσω για τις προσωπικές αιχμές που της απηύθυνε με αιχμηρό τρόπο στη τελευταία σύγκρουση τους για τη σεξουαλική συμπεριφοράς της, καθώς είχε θέσει υπό ενοχή την ηθική της.
«Η γυναίκα είναι πάντα έτοιμη για την εκδίκηση της» είπε κάποτε ο Μολιέρος
Είχε την ευκαιρία της να πάρει τη προσωπική «εκδίκηση» που αφήνει υπέροχη γεύση σε όποιον τη γεύεται.. …… και το έπραξε με τον πιο «γλυκό» τρόπο που τον ξεσήκωνε σεξουαλικά.
«Ήθελες να με γαμήσεις ε! Με τι;» Του λέει καθώς έτριβε το μαραμένο του πέος στα κωλομέρια της.
«Σου σηκώνεται καθόλου; Πόσο καιρό έχει να σου σηκωθεί άχρηστε; Παραδέξου ότι δεν μπορείς !!»
Αποφασισμένη να παρατείνει το πιάτο της εκδίκησης που τρώγεται κρύο….. πετάει το σεντόνι από πάνω της και μένει ολόγυμνη μπροστά στα έκπληκτα μάτια του, με τα πόδια της ανασηκωμένα και ορθάνοιχτα, με τα χέρια της να πιάνει το μουνάκι της ξεδιάντροπα να το ανοίγει και να του λέει με τρόπο προκλητικό.
«Μόνο για να το γλείψεις είσαι. Σε αυτό τα καταφέρνεις αρκετά καλά! Αλλά για να το γαμήσεις… Τίποτα. Ο πουτσάκος σου, ο καημένος… Τι να κάνει; Είναι τόσο αδύναμος, τόσο ανύπαρκτος.. μόνο για κατούρημα κάνει. Μόνο λόγια είσαι... Τι να μου κάνεις εσύ; Τι να κάνει αυτό το πλαδαρό πραγματάκι; Σε αυτό το μουνί που καίγεται για γαμήσι; Νομίζεις ότι με έχεις γαμήσει καμιά φορά καλά; Ο παπάς!.... μάλιστα!...άντρας με δυο οκάδες αρχίδια. Είναι φοβερός και πάντα έτοιμος....! Έχω βαρεθεί να σε ακούω να μου λες ότι με καυλώνουν οι παπάδες. 
Αλήθεια αυτό δεν ήταν που έλεγες; Ή μήπως, όλα όσα έλεγες ήταν παραμύθια φούμαρα και τώρα έχεις μετανιώσει;.... 
«Ε, ναι, λοιπόν!. Νόμιζες πως δεν θα το έκανα; Ε, ναι, λοιπόν, οι παπάδες με καυλώνουν και να με γαμήσουν κάθισα! Γιατί εσύ με ώθησες να το κάνω, το ξέρεις;»
«Ρε μωρό μου! Αλήθεια με έχεις κερατώσει με τον ρασοφόρο;»
«Περίεργος είσαι αλλά δεν πειράζει, θα στα πω.»
«Για πες;! Λες την αλήθεια  ότι το έκανες;»
«Φυσικά! Απ’ το μυαλό μου νομίζεις το έβγαλα! Ότι σε κοροϊδεύω; Δεν με πίστευες όταν σου έλεγα να προσέχεις τι λες γιατί στην πρώτη ευκαιρία θα στην κάνω για να καταλάβεις τι χάνεις.»
«Σοβαρά ρε μωρό; Μ' αυτόν τον μαλάκα τον παπά! Θεέ μου.»
«Μαλάκας αγορίνα μου, αλλά εκείνη την μέρα έχυσα δέκα φορές.»
«Θέλω περιγραφή!»
Τον κοίταξε στα μάτια. «Χα, χα, χα... Καυλιάρη μου γουστάρεις ιστοριούλες ε;»
«Ναι πολύ!»
«Είσαι σίγουρος Μωρό μου,» Τον ξαναρώτησε διακωμωδώντας τη συζήτηση με τρόπο. «Θέλεις λεπτομέρειες;»  
«Ναι! Αφού το γνωρίζεις, οι γαργαλιστικές αφηγήσεις σου οι προκλητικές, αυτές που διεγείρουν είναι απόλαυση!»
«Καυλώνεις βλέπω αγόρι μου! Τι άλλο θες; Σε ικανοποιεί η σκέψη να ξενοπηδιέται η Ανδρομάχη σου με κάποιον. Να ήσουν μπροστά  και να βλέπεις;»
«Δεν ξέρω! Όμως με ερεθίζει η σκέψη να σε σκέφτομαι στο κρεβάτι με έναν άλλο! Λέγε τώρα.»
«Μπα! Μπα!!! Σε ερεθίζει η σκέψη ότι η σύντροφος σου γυρεύει αλλού γαμήσι...... Θέλεις κι άλλες πληροφορίες εεε;»
«Χμμμ ναι! Αλλά για πες μου εσύ δεν έχεις τύψεις που με κεράτωσες;»
«Τύψεις; Όχι μωρό μου, γιατί κατάλαβα τι έχανα τόσο καιρό.»
Ο Αλκιβιάδης τ' άκουγε όλα αυτά που έλεγε η Ανδρομάχη! 
«Και…» 
«Δηλαδή για να λέμε τα πράματα με το όνομά τους, πιστεύεις στ' αλήθεια ότι πήγα μαζί του;»
Τον Αλκιβιάδη η ιστορία αυτή τον έχει ξετρελάνει, αναλογιζόμενος τη διήγηση της Ανδρομάχης. Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρει αν λέει την αλήθεια, ή πόσα από αυτά είναι αλήθεια. Μπορεί η Ανδρομάχη να του είπε μια ψεύτικη ιστορία για να τον καυλώσει ή να έγινε πραγματικά κάτι κι αυτή να το προχώρησε με τη φαντασία της, για τους ίδιους λόγους.
Ο Αλκιβιάδης πρόσκαιρα δυσκολεύεται να ανταποκριθεί, μα ο θρίαμβος του ονειρικού, αρνείται το αδύνατο, και η σάρκα του μιλάει και ανταποκρίνεται ριγώντας ολόκληρος με την πρόγευση της ηδονής, αποδεικνύοντας ότι γι αυτόν η Ανδρομάχη του παραμένει τόσο ξεχωριστή, ακαταμάχητη και ιδιαίτερα επιθυμητή.
«Γιατί δεν απαντάς; Πες μου! Μήπως δεν σε καυλώνω αρκετά, αγόρι μου;» τον ρώτησε πρόστυχα.
«Το αντίθετο, θα έλεγα! Με καυλώνεις και μάλιστα πάρα πολύ! Και το εννοώ! Και το ξέρεις!» 
«Μωρό μου! Ούτως ή άλλως, θα μου ήταν αδιανόητο, να με γαμήσει άλλος άνδρας. Και δεν νομίζω, να μπορεί να συγκριθεί κανένας μαζί σου στο κρεβάτι!» Του είπε πρόστυχα και έγλειψε τα χείλη της.
Με πόζα όλο νόημα στήνεται στα τέσσερα αφήνοντας εκτεθειμένα τα σμιλεμένα της οπίσθια προκαλώντας τον, ήταν απίστευτη! Αρχίζει να λικνίζεται αισθησιακά κουνώντας με προκλητικό τρόπο τους γοφούς της, όπως μόνο αυτή ξέρει να κάνει και του προσφέρει αφειδώς το πρησμένο από ηδονή αιδοίο με τα υγρά της να τρέχουν ποτάμια.  
Τον παρακάλεσε να κάνει γρήγορα. 
«Από τώρα;» την ρώτησε ανάλαφρα.. «Είμαστε ακόμη στην αρχή.» Και ξεκίνησε το γλείψιμο με την έμπειρη γλώσσα του, ενώ τα χέρια του παίδευαν υπομονετικά τις κατσαρές τριχούλες του μουνιού της. 
Η Ανδρομάχη βογκούσε ανυπόμονα, κουνούσε τη λεκάνη της και ικέτευε για περισσότερη επαφή.
Ο Αλκιβιάδης γέλασε και κατέβηκε χαμηλότερα. Πήρε το μουνί της στο στόμα του και η γλώσσα του εξερεύνησε κάθε του γωνίτσα σχολαστικά.  Η γλώσσα του ήταν υπομονετική και επίμονη, 
Σε έκσταση οργασμού, παραδίδεται, χωρίς αντίσταση, εθελουσίως, στον εισβολέα παρακαλώντας τον να μην της αφήσει αλώβητη καμία είσοδο.
Και όταν η Ανδρομάχη του στεκόταν έτσι, με τα στρογγυλά, προκλητικά οπίσθια της μπροστά του, αποτελεί για τον Αλκιβιάδη σεξουαλική ωρολογιακή βόμβα, καθώς στα γεννητικά του όργανα η τριβή είναι μεγάλη ένιωθε έναν καυτό πόθο να φουντώνει μέσα του. Σαν να επιδίωκε να χαράξει την εικόνα της επάνω σε κάθε του κύτταρο και να τυπώσει μέσα του μνήμες ανεξίτηλες.
Το σώμα της ευλύγιστο, σφιχτοδεμένο και ακαταπόνητο έκρυβε μέσα του μια απίστευτη ενέργεια και τέτοια ικμάδα, που τον έκανε σε κάποια φάση να τα χάσει εντελώς, τρομάζοντας στην ιδέα ότι  δεν θα τα έβγαζε πέρα εύκολα! 
....Κάποια στιγμή ηρέμησαν, της  χαϊδεύει τρυφερά τα μαλλιά και η μπάσα φωνή του αντήχησε στα αυτιά της. «Μωρό μου... ποια με γάμησε μόλις τώρα;» της αστειεύτηκε γλυκά.
Αυτή προσπάθησε να  του χαμογελάσει, αλλά δεν είχε τη δύναμη. Ένιωθε ακόμα αυτό το τυραννικό λίγωμα εκεί χαμηλά στην κοιλιά της... «Θεούλη μου, θέλω κι άλλο...»
Εντελώς αυθόρμητα άπλωσε τα χέρια του και την έκλεισε μέσα στην αγκαλιά του.
«Μωρό μου … ∆εν ξέρω αλλά … Σήμερα … Είσαι πολύ καυλιάρα». Της ψιθύρισε τρυφερά στο αυτί.
«Μπορώ να σε ρωτήσω κάτι» της είπε.
«Σίγουρα»
«Είμαι καλός;»
Έγειρε το κεφάλι της νωχελικά στο μαξιλάρι και «κάρφωσε» την ματιά της στον καθρέφτη του δωματίου τους, που σαν ασάλευτος παρατηρητής, έβλεπε, εδώ και χρόνια, όλες τις προσωπικές στιγμές τους. Έκλεισε τα µάτια της και..... «Σ’ αγαπώ» ήταν η τελευταία της λέξη.  Αμέσως μετά, σαν μικρό παιδί, αποκοιμήθηκε.
Η όλη της συμπεριφορά του έδωσε να καταλάβει ότι η σεξουαλική τους κρίση βαίνει προς εκτόνωση. Ταυτόχρονα ένιωσε ένα ενοχλητικό τσιμπηματάκι ζήλιας για το ότι ίσως δεν ήταν αυτός ο κάποιος..... που η καρδιά της χτυπούσε δυνατά απόψε!
Ανάκατες είναι οι σκέψεις που ξεπηδούν ορμητικά σαν χείμαρρος και βγαίνουν από την αφάνεια. Ιστορίες άρχισε να πλάθει στο μυαλό..... φανταστικές ιστορίες αλλά με λεπτομέρειες και συνοχή, για να γεμίσει τα κενά στις υποψίες του κοιτάζοντας τη ζωή τους από την κλειδαρότρυπα του μυαλού του.
Ίσως το κλειδί αυτής της ανέλπιστης ερωτικής πανδαισίας να βρίσκεται καλά κρυμμένο και στον δικό της φαντασιακό της κόσμο. Λένε πως ο άντρας σκέφτεται καθημερινά το σεξ, αλλά κάπου διάβασε μελέτες, ότι μπορεί οι άνδρες να αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στις «βρώμικες» σκέψεις, ωστόσο στην περίπτωση των σεξουαλικών φαντασιώσεων όπως φαίνεται τα πρωτεία κατέχουν οι γυναίκες, σύμφωνα με αυτές οι γυναίκες φαντασιώνονται σεξουαλικά σενάρια πιο συχνά από ότι οι άνδρες.
Μέσα λοιπόν από τη δική του φαντασίωση, ακολουθώντας διαδρομές και μονοπάτια στο λαβύρινθο του μυαλού του, ιχνηλατούσε τις πιθανές ερωτικές φαντασιώσεις της συντρόφου του, φτάνοντας μέχρι εκεί που εξοικειώνεται όλο και περισσότερο με την ιδέα της πραγματοποίησής τους.
«Σάρκα και οστά» ένιωσε να παίρνει σιγά-σιγά στο μυαλό του, η ερωτική φαντασίωση της συντρόφου του σε μια σχέση της με το ρασοφόρο εξομολόγο της.
Τους φαντάζεται να την αγκαλιάζει ντυμένος τα ράσα του και η μυρωδιά του λιβανιού να αναδύεται απ’ γύρο τους, εκεί στο μικρό δωματιάκι που ο ιερέας εκτελούσε τις εξομολογήσεις του. Ίσως και να υπάρχει και κάποια σεξουαλική σχέση μεταξύ τους που όμως μένει καλά κρυμμένη, γιατί δεν θα ήθελαν να διαταράξουν την φήμη τους.
Και να που οι σπηλιές της μνήμης του, έχουν πλημμυρίσει, ερμηνεύοντας περασμένες εικόνες της καθημερινότητας της συντρόφου του με τον εξομολόγο της.
Οι φαντασιώσεις του ξεκινούν από την εποχή που ο ιερέας ήρθε στην ενορία τους.
Πρέπει να ήταν Τριάντα πέντε χρονών περίπου. Δεν του είναι εύκολο να περιγράψει τη γοητεία του. Θα σου έλεγε απλά πως ήταν διαφορετικός και μοναδικός άνθρωπος. Ψηλός, ευθυτενής, ξανθοκόκκινα μαλλιά, με μία γοητεία στα μπλε σκούρα μάτια που τρέλαινε το γυναικείο φύλο, και βαθιά φωνή, «ο γοητευτικός Βίκινγκ» τον αποκαλούσε η σύντροφος του. Πάντα ντυμένος κομψά, είχε αυτοπεποίθηση. Την γενειάδα του την διατηρούσε περιποιημένη, κοντά κουρεμένη και το ξανθοκόκκινο μαλλί του συνήθως το έδενε σε αλογοουρά.
Χαρισματικός τους μάγεψε, απλά και μόνο η αύρα που ακτινοβολούσε και η αναμφισβήτητη γοητεία του προκαλούσε τα βλέμματα πάνω του. Γεμάτος νέες ιδέες, ξεχωριστός θεολόγος, ακαταπόνητος ξομολόγος, πόλος έλξης των πιστών ενοριτών.
Η φύση τον προίκισε μ' αυτό το υπέροχο πρόσωπο και το σώμα. «Δώρο του Θεού προς τις γυναίκες». Ο ιδανικός εραστής σ΄ ένα γυναικείο κοινό που να εξάπτει τη φαντασία τους και τον καλά κρυμμένο ερωτισμό τους και να τον ξυπνάει από τις βαθιές βουτιές στα ζεστά νερά των σκέψεών τους τόσο ζωντανά, που θα μπορούσαν ακόμη και να βιώσουν ένα είδος πνευματικής σεξουαλικής κορύφωσης.
Ξεχώριζε ανάμεσα  στα λιβάνια, πνιγμένος στο τρεμάμενο χορό των κεριών, επιβλητικός με τα ράσα ποτισμένα με το χρώμα της καμπάνας. Πολλές θα ήθελαν να τον έχουν εραστή. Κάθε Κυριακή στριμώχνονταν στο μικρό εκκλησάκι για να απολαύσουν τη μορφή του, τη βαθιά του φωνή, το κήρυγμα του με χαμηλωμένα τα βλέμματα μπροστά στην ερωτιάρικη ματιά του. Είχε χάρισμα, ήταν κορυφή. Με κόκκινα τα πρόσωπα τους όταν «ξεμπρόστιαζε» το άλαλο πλήθος για την έλλειψη ηθικής και αξιοπρέπειας, για την αδυναμία τούς να πολεμήσουν τούς πειρασμούς, που οι περισσότερες ενορίτισσες αυτούς τους πειρασμούς, πολύ θα επιθυμούσαν να γευτουν μαζί του.
Και κατά την γνώμη του, δεν υπήρχε περίπτωση να του αντισταθεί γυναίκα αν την ήθελε, και δεν υπήρχε περίπτωση να αγνοήσει γυναίκα αν τον ήθελε εκείνη, να βγάλει την κιλότα της, και να τον δεχθεί μέσα της, για να σώσει τη ψυχή της. Να γυμνωθεί για να την ευλογήσει. Να γίνει ο πνευματικός (και εραστής) της και μέσα από το σεξ να λυτρωθεί η ψυχή της πριν την εξομολογήσει!
Ήταν από μεγάλο-αστική οικογένεια, με σλαβική καταγωγή από την πλευρά της μητέρας του και με ιδιαιτέρους δεσμούς με το πατριαρχείο. Με εξαιρετικές θεολογικές σπουδές, ήξερε να συνδυάζει την ιεροσύνη με την ομορφιά της ζωής. Μιλούσε τρεις τέσσερις γλώσσες, οι πληροφορίες του πίστωναν ότι είχε εγκαταλείψει στο παρελθόν την νομική επιστήμη για άγνωστους προσωπικούς λόγους.
Σαν άγαμος κατείχε και τον τίτλο.... Ιερατικός Προϊστάμενος...... Από τις πρώτες στιγμές του ερχομού του ο ιερέας έγινε δεκτός στην ενορία με συναισθήματα συμπάθειας και οικειότητας. Ιδιαίτερα όμως με την Ανδρομάχη είχε αποκτήσει μια πιο προσωπική σχέση, μπήκε στη ζωή της με οικειότητα, υπήρξε το στοιχείο της εγγύτητας αναμεταξύ τους και νοιώθουν οικεία, άνετα και ζεστά στην επαφή τους.
Τον δέχτηκε με μεγάλη ευχαρίστηση για εξομολόγο της.
Με την προτροπή του άρχισε να συμμετέχει ενεργά σε διάφορες δράσεις της εκκλησίας. Ταυτόχρονα της έδωσε την δυνατότητα να προβάλλει τις δεξιότητες της προς όφελος της ενορίας και να διαδραματίζει πολλές φορές πρωταγωνιστικό ρόλο σε ορισμένες εκδηλώσεις, με έντονο το στοιχείο της κοινωνικής προσφοράς.
Θυμάται πως ο ιερέας ερχόταν στο σπίτι τους αρχικά για τον αγιασμό, η για κάποιο ευχέλαιο. Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα η οικειότητα με την Ανδρομάχη συνέβαλε στην ανάπτυξη φιλικών δεσμών ανάμεσα σε όλα τα μέλη της οικογένειας με τον γοητευτικό ιερέα, με αποτέλεσμα ότι οι σχέσεις μεταξύ τους να γίνουν θερμές, φιλικές και οι επισκέψεις του αρκετά συχνές, μέσα σε εγκάρδιο οικογενειακό κλίμα.
Με την πάροδο του χρόνου στη διάρκεια αυτών των επισκέψεων ο ιερέας θαύμαζε το λυγερό κορμί της, τους καλοφτιαγμένους γοφούς της, το ολοστρόγγυλο και γεμάτο υποσχέσεις στήθος της που ξεχείλιζε απ' το μπούστο της. Πάνω απ' όλα όμως τον τρέλαιναν τα μεγάλα, μελιά της μάτια, τα βαθιά σαν το πέλαγος, που του στέλνουν βλέμματα γεμάτα μηνύματα και ανείπωτα λόγια που τον κάνουν να φλέγεται και ν' ανεβαίνουν οι παλμοί του. 
Και το ξέρει. Το ξέρει από την πρώτη στιγμή. Σε εκείνη την πρώτη αθώα ματιά, σε εκείνο το πρώτο δευτερόλεπτο που άγγιξε το βλέμμα της, σε εκείνη την πρώτη τριβή των ματιών τους, σε εκείνη την χειραψία κλείσανε την σιωπηρή τους συμφωνία.
«Θα μπλέξουμε!»
...Όταν πλησίαζε να τον σερβίρει, το διακριτικό πιπεράτο άρωμα της τον σαγηνεύει του ξεσηκώνει τις αισθήσεις.... τον τρέλαινε. 'Ένας άκρατος πόθος τον έκανε ξαφνικά να λαχταρά να φιλήσει τη σάρκα των χειλιών της μέχρι να τα ματώσει, να λιώσει τούτο το σβέλτο κορμί κάτω απ' το δικό του. Ορκίστηκε πως δε θα την άφηνε με κανέναν τρόπο να του ξεφύγει. Θα την έκανε δικιά του!
Και αυτή με τη σειρά της τον μελέταγε, καθώς πήγαινε κι ερχότανε, και όσο το κορμί της έλιωνε κάτω απ' το αδιάκριτο βλέμμα του, τόσο η ψυχή της ξεσηκωνόταν οργισμένη. Μάχη γινόταν μέσα της, δεν ήξερε αν έπρεπε ν' ακούσει την καρδιά της ή το μυαλό.
Τα βλέμματα τους μιλάνε από μόνα τους, τα λένε όλα χωρίς να πούνε τίποτα και λένε τόσα, όσα ποτέ τα χείλη τους δεν θα μπορούσαν να ξεστομίσουν, κι αν τα μάτια διέθεταν φωνή θα γινόταν σαματάς.
Κι όταν τα μάτια αντικρίζουν κάτι που τους αρέσει, τα σώματα παίρνουν φωτιά, η καρδιά ανοίγει φτερά και το ένστικτο καλεί το άτομο να πλησιάσει, προκειμένου να ερευνήσουν και οι υπόλοιπες αισθήσεις το αντικείμενο του πόθου. Λένε πως η λαγνεία ακριβώς όπως και το νερό, πάντοτε βρίσκει το χαμηλότερο επίπεδο. Εάν υπάρχει έστω και μια τρυπούλα, μια χαραμάδα ή μια μικρή αδυναμία στον χαρακτήρα, η λαγνεία θα τη βρει.
Η Ανδρομάχη ψηλή, λυγερή, ξεχειλίζοντας από αυτοπεποίθηση και σιγουριά στο βλέμμα της, έτσι για να παίξει μαζί του, σήκωνε τα χέρια πάνω απ' το κεφάλι της, τα τέντωνε με νάζι, δήθεν να ξεμουδιάσει, και περνούσε τα δάχτυλα στα ελεύθερα κυματιστά μαλλιά της που πλαισίωναν το όμορφο πρόσωπο της.
Η αυθόρμητη αλλά αισθησιακή αυτή κίνηση ανασήκωνε και πρόβαλε τα στήθη της, υπογραμμίζοντας τις υπέροχες καμπύλες στο ζουμερό κορμό της και στο πρόσωπό της ζωγραφιζόταν ένα πονηρό γεμάτο νόημα φιλάρεσκο χαμόγελο που διώχνει κάθε φόβο, κάθε ντροπή και κάθε ανασφάλεια, την ώρα που καθόταν με άνεση απέναντι του.
Στριφογύριζε στην καρέκλα της, έστρεφε το σώμα της προς την πλευρά του με εύσχημο τρόπο, ξεσταύρωνε και σταύρωνε ξανά τα πόδια της επίτηδες αργά και προσεκτικά, ξέροντας ότι ο ιερέας την έτρωγε με τα μάτια του! Και τότε αρχίζει ένα ηδονικό παιχνίδι των αισθήσεων προσφέροντας στο οπτικό του πεδίο μια στιγμιαία θέα του μαύρου δαντελένιου εσωρούχου της ώστε να δώσει την ευκαιρία στο βλέμμα του να εισχωρεί βαθιά ανάμεσα στα πόδια της προσπαθώντας να απολαύσει το θέαμα.
Το ένιωθε στα πλούσια στήθη της, στο βελουδένιο και λείο δέρμα της, αισθανόταν το βλέμμα του να κάνει θόρυβο και να σέρνεται στο χυμώδες κορμί της, στα χυτά της πόδια, στην «αθέατη» θυσανωτή πηγή της, εκεί όπου επικεντρωνόταν ο πόθος του.
Οι γενναιόδωρες καμπύλες της άγγιζαν τις πιο λεπτές χορδές της λίμπιντο του, εξάπτοντας τις αισθήσεις του. Οι πεταλούδες αρχίζουν τον ξέφρενο χορό τους στο στομάχι του προσπαθώντας να σκαρφαλώσουν στα χείλη και να εκφράσουν έναν καταρράκτη συναισθημάτων. Ήταν φανερό ότι η αρχική συμπάθεια του είχε μετατραπεί σε πάθος. Τον καταλαβαίνει και την καταλαβαίνει. Κοιτάζετε ο ένας τον άλλο και ανεβαίνουν οι παλμοί. 
Γι’ αυτή είναι ένα μόνιμο ερωτηματικό στην ψυχή της, τι θα συμβεί άραγε αν, κι αυτό το αν καίει σιωπηλά αφήνοντας χαρακιές στην καρδιά της. Μια φωτιά που σιγοκαίει, αθόρυβα και σε κάποιο φύσημα του ανέμου μπορεί να γίνει πυρκαγιά.
Ας μην ξεχνάμε ότι «πειρασμός» είναι το άλλο όνομα του παράφορου έρωτα! Και όπως όλοι ξέρουν, είναι εύκολο να παρασυρθείς από πειρασμούς, που συνήθως προκύπτουν όταν δεν τους περιμένεις.
Κάθε φορά λοιπόν που  ο ιερέας τους επισκεπτόταν και τον συνόδευε από την είσοδο του σπιτιού στο σαλόνι κινούσε με κόσμια χυδαιότητα τη μέση της, τους γοφούς της....... ένιωθε το εσώρουχο της να έχει ποτίσει από τα υγρά της.
Φρόντιζε να ντύνεται απλά, με φορέματα που τόνιζαν τις αρμονικές καμπύλες στο κορμί της και άφηναν ακάλυπτα τα καλλίγραμμα πόδια της. Από κάτω φορούσε συνήθως ολόμαυρα μικροσκοπικά διάφανα βρακάκια με το μουνί της να διαγράφεται μέσα από το εσώρουχο.
Σε κάθε δυνατή ευκαιρία του έδινε την απόλαυση να έχει οπτική επαφή με το αρχέγονο σπήλαιο της ηδονής, προκαλώντας του τον πόθο να φουντώνει και να θεριεύει.
Το σώμα του λέει ότι είναι λάθος να πάει εκεί που ο νους το υποχρεώνει. Μα ο νους είναι αληταριό που όλο δραπετεύει... και φτερουγίζει χαμηλά βαθιά μες στο κορμί του....
....Σάββατο!! Ο Αλκιβιάδης, της Ανδρομάχης της έκανε την καρδιά περιβόλι σήμερα. Επί της ευκαιρίας που σύντομα θα έφευγε για επαγγελματικό ταξίδι την παρακάλεσε να κάνουν  ένα μικρό τραπέζι στα αδέλφια τους μαζί και τις γυναίκες τους . Η Ανδρομάχη δυσανασχετούσε που όταν μαζεύονται λένε του κόσμου τις μαλακίες. Βαθυστόχαστες αναλύσεις, εργατικά, ποδοσφαιρικά, την κατάσταση στο χώρο της υγείας του εμπορίου. Οι γυναίκες τους αν και δεν είναι σεμνότυφες μερικές φορές από τον τρόπο που μιλάνε της μοιάζουν αγάμητες εντελώς.  Σήμερα δεν ξέρει τι την έπιασε και βαριόταν ακόμα και τον εαυτό της….
Μα ως Λέων, είναι πεισματάρα και αισιόδοξη μέχρι αηδίας, δεν γινόταν να λοιπόν λουφάρει. «Κούκλε μου! Ευκαιρία λέω να καλέσουμε και τον φίλο μας τον ιερέα να μας ευλογήσει και το τραπέζι.»
Ο ιερέας απάντησε θετικά….  ευχαρίστησε για την πρόσκληση. Θα παρευρεθεί με μεγάλη χαρά.. Ανυπομονεί να την δει και πάλι από κοντά.
Τις άλλες φορές που γινόταν η οικογενειακή σύναξη συνήθως ντυνόταν απλά.
Σήμερα διάλεξε από την πλούσια γκαρνταρόμπα της κάτι πιο προκλητικό. Το συνδύασε με μια μακριά ποδιά νοικοκυράς που την κάλυπτε και τις απέδιδε την πρέπουσα οικογενειακή σεμνότητα.
Μόλις την αντίκρισε ο Αλκιβιάδης πριν φορέσει την ποδιά έπαθε πλάκα. «Το ήξερα ότι έχω τόσο σέξι σύντροφο!» της λέει και γελάει.
«Νομίζω αγάπη μου ότι φόρεσα αυτά τα ρούχα για να αισθάνεσαι υπερήφανος για την σύντροφο που έχεις δίπλα σου.»
Οι καλεσμένοι άρχισαν σιγά σιγά να καταφθάνουν. Αργοπορημένος και εντυπωσιακός έφτασε και ο ιερέας τους.
Την χαιρέτισε της έσφιξε το χέρι, κράτησε στην παλάμη του την δική της μερικά δευτερόλεπτα και με το βλέμμα του την έγδυσε κυριολεκτικά!
«Να σας συστήσω από δω τον καινούριο μας ιερέα του ναού μας.»
«Ανύπαντρος και μεγάλος γυναικοκατακτητής!» λέει ο Αλκιβιάδης χαμογελώντας.
«Αναρωτιέμαι πως γίνεται αυτό;» ρωτάει η κουνιάδα της.  «Ιερέας και ελεύθερος;»
«Με περιοριστικούς όρους και χρηματική εγγύηση.» Την πληροφορεί κεφάτα ο Αλκιβιάδης.
«Σε κοροϊδεύει λατρεία μου. Είναι  Ιερατικός Προϊστάμενος.. και με λαμπρό μέλλον…»
Της εξήγησε η Ανδρομάχη.
Αργά απόγευμα αναχώρησαν οι συγγενείς.  Έμεινε ο ιερέας με τον Αλκιβιάδη να συζητούν σε χαλαρούς ρυθμούς στο σαλόνι του σπιτιού τα συνηθισμένα! Κουβέντα, γέλιο, κουτσομπολιό, πως τα περάσαν αυτές τις ημέρες κλπ.!.
Είχαν καταναλώσει μερικά ποτηράκια κρασί, η διάθεσή τους είχε  φτιάξει για τα καλά. Το ίδιο και της Ανδρομάχης. Έβγαλε την ποδιά της και κάθισε σε μία καρέκλα μαζί τους απολαμβάνοντας την παρέα τους μ’ ένα ακόμη ποτήρι κρασί.
Κάποια στιγμή ο Αλκιβιάδης τους ζήτησε συγγνώμη… «Με την άδεια σας εμένα θα μου επιτρέψετε να απουσιάσω για κάποιο χρόνο. Είναι ανάγκη να ενημερώσω μερικά επαγγελματικά Email.»  Βγήκε από το σαλόνι ακολουθούμενος από τα βλέμματα τους μέχρι που χάθηκε πίσω από την πόρτα του γραφείου του.
Στο σαλόνι ως συνήθως μετά από οικογενειακές συναθροίσεις επικρατεί απόλυτη ησυχία! Οι δύο «συνωμότες» είχαν μέρες να βρεθούν και η διάθεσή τους για κουβέντα ήταν έντονη!
Η Ανδρομάχη αφαιρώντας την ποδιά της νοικοκυράς ήταν ολοφώτεινη και λαμπρή! Φορούσε ψηλά τακούνια, λίγο κραγιόν και μεϊκάπ, και είχε βάψει σήμερα καστανοκόκκινα τα γοητευτικά κυματιστά μαλλιά της.Φορούσε ένα κρεμ εφαρμοστό φόρεμα πάνω από το γόνατο που αναδείκνυε ιδανικά την γυμνασμένη σιλουέτα της, αφήνοντας τα ακάλτσωτα πόδια της να ακτινοβολούν προκλητικότητα και σέξι! Όσο για το ντεκολτέ της μη το συζητάς! Υπερτόνιζε τα ζουμερά της στήθη, έτοιμα να πεταχτούν έξω από αυτό! Γινόταν ακόμη πιο προκλητική όταν έσκυβε λίγο που μπορούσε να διακρίνει κανείς τις μαύρες θηλές της με τον σκουρόχρωμο «περίγυρό τους!» Ολόκληρη σκέτη κόλαση!!
Ο ιερέας όπως συνήθως δεν σταμάτησε να την φλερτάρει και την διεκδικούσε με θράσος, κάτι που την έκανε να τον θέλει ακόμα περισσότερο.  Σαν γνήσιο αρσενικό, έπαιζε μαζί της με έναν άκρως προκλητικό τρόπο, όταν τάχα μου τυχαία περνούσε δίπλα του κι έγερνε ελαφρώς το κεφάλι του για να μυρίσει το άρωμά της.
Μπροστά στον Αλκιβιάδη το έκαναν διακριτικά, μα σε κάθε ευκαιρία το 'κάνανε φανερά και μάλιστα «άγρια»! Πόσο πολύ ήθελαν να παραδοθούν στα ζωώδη ένστικτά τους.
Κάποια στιγμή η Ανδρομάχη γέλασε με την ψυχή της μ’ ένα αστείο που της είπε και χωρίς να το καταλάβει άνοιξε τόσο πολύ τα πόδια της που φάνηκε το ολόμαυρο  μικρό δαντελωτό κιλοτάκι που φορούσε και μόλις κάλυπτε τη δασύτριχη φωλίτσα της. Το μουνί της περίσσευε και διαγράφονταν ξεκάθαρα μέσα από το ημιδιάφανο δαντελωτό ύφασμα
Τον συνέλαβε να ρίχνει ξεδιάντροπα το βλέμμα του κάτω εκεί στο τρόπαιο το μισοκρυμμένο στο μικροσκοπικό βρακάκι της. Ο ιερέας στάθηκε να θαυμάζει τι φτιάχνει η φύση. Καρδιοχτύπι. Την θέλει. Κοιτάχτηκαν με νόημα!! Σήμερα η ημέρα που ξεκίνησε συναρπαστικά θα εξελισσόταν συναρπαστικότερα!! Τα λευκά δοντάκια της φάνηκαν όταν του κρυφογέλασε προκλητικά, φιλήδονα. Το φλερτ του της έδωσε φτερά και ένιωσε παιδούλα, έτσι δεν έκανε καμία προσπάθεια να τα κλείσει, απεναντίας την κολάκευε που ξεσήκωσε τον ανδρισμό του
Με αποτέλεσμα οι ρώγες της να πετρώσουν και όπως τεντώθηκε πίσω, σπρώχνοντας το στήθος της μπροστά οι ρώγες κόντεψαν να τρυπήσουν το ύφασμα.
Το παιχνίδι είχε ξεκινήσει.
Ο ιερέας με τα μάτια του εξερευνούσε το κορμί της, την κοίταζε με εκείνο το λάγνο βλέμμα, το γεμάτο υποσχέσεις σα να της έλεγε.
«Ξέρω τι θέλεις. Νομίζεις ότι δεν καταλαβαίνω ότι λιώνεις από επιθυμία να σε γαμήσω; Να σε γαμήσω εδώ και τώρα. Αν γίνεται και πάνω στο καναπέ.»
Ταυτόχρονα σήκωσε ψηλά στη μέση το ράσο του κατέβασε τα πόδια του, τα είχε το ένα πάνω στο άλλο και τ’ άνοιξε, το μάτι της καρφώθηκε στο φούσκωμα του παντελονιού του. Μια γλυκιά ανατριχίλα πέρασε από το κορμί της. Η Ανδρομάχη δεν το έκρυβε ότι άρχισε να καυλώνει. Ο Αλκιβιάδης ήταν πέντε-έξι μέτρα δίπλα τους μέσα στο γραφείο του, αλλά ο ιερέας ήταν η αιτία που είχε αρχίσει να υγραίνει το μουνί της. Του χαμογελούσε ευχαριστημένη και τον φλερτάρει κι αυτή κοιτώντας με νόημα το φούσκωμα του παντελονιού του.
Μ' ένα ελαφρύ βήξιμο ο Αλκιβιάδης που πλησίασε στο σαλόνι τους προσγείωσε απότομα, σαν να πάτησε ένα διακόπτη κυκλώματος, από την ονειροπόληση και τους επανέφερε στην πεζή πραγματικότητα..
Η Ανδρομάχη αμέσως έκλεισε τα πόδια της και όσο μπόρεσε κατέβασε το φόρεμα.
Συνέχισαν σε πιο σοβαρό ύφος την συζήτηση, όταν κάποια στιγμή ο ιερέας σηκώθηκε.
«Με συγχωρείτε, αλλά είναι ώρα να πηγαίνω.» Τους λέει, αφού τους ευχαρίστησε και εξέφρασε τις ευχαριστίες του για τη πολύ θερμή φιλοξενία και τη γενναιόδωρη συντροφιά τους..
Στην έξοδο λοιπόν όταν η Ανδρομάχη ασπάσθηκε και χαιρέτισε τον ιερέα επιστρέφοντας στο εσωτερικό του σαλονιού ο ιερεας δεν μπορούσε να πάρει τα μάτια του από πάνω της.
Υπάρχει αμοιβαία εμπιστοσύνη και σεβασμός μεταξύ του ιερέα και του Αλκιβιάδη. Και αν και η σχέση τους χτίστηκε στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, που αποτελεί το θεμέλιο στις σχέσεις τους, χρειάζεται όμως θάρρος για να κάνεις μια συζήτηση σε ευαίσθητο θέμα και να προσεγγίσεις κάτι το πολύ προσωπικό βάζοντας τον εγωισμό και τις όποιες ενοχές στην άκρη για να ρωτήσει το φίλο του.
«Σήμερα η Ανδρομάχη μου ήταν μες στην καλή χαρά λαμποκοπούσε ομορφιά. Πιστεύω να συμφωνείς πάτερ.» του λέει ο Αλκιβιαδης αντιλαμβανόμενος το αίσθημα της σημαντικής διέγερσης που προκαλούσε η Ανδρομάχη στον φίλο του τον ιερέα. 
Ο ιερέας χτύπησε φιλικά τον Αλκιβιάδη στην πλάτη του χαμογέλασε κοιτάζοντας τον ίσια στα μάτια και του λέει. «Όμορφη σέξι με ακαταμάχητα προσόντα, που εντυπωσιάζουν η Ανδρομάχη σου. Αυτές είναι οι διαφορές της όμορφης γυναίκας με την καυτή ύπαρξη! Τυχερός είσαι ρε μπαγάσα, είναι μια γυναίκα, που αν το θέλει μπορεί να σε κάνει να χύσεις χωρίς να την ακουμπήσεις. Την κοπέλα και τα μάτια σου αδερφέ!... Όμορφη γυναίκα! Στολίδι! Και καλή! Θησαυρός.! Και μην το παραλείψω έχει απίθανη πίσω όψη που προκαλεί πανικό, τρελαίνει κόσμο και δίνει τροφή για σκέψεις!» 
«Συμφωνώ απόλυτα φίλε μου και αδερφέ μου και ζητώ την συνδρομή σου, γιατί το θέμα είναι δύσκολο! Με όλο το θάρρος της φιλίας μας θέλω μόνο μια χάρη από σένα που σαν πνευματικός της σε σέβεται και την επηρεάζεις στην προσωπική της ζωή!»
«Τι είναι τέκνο μου; Τι σου συμβαίνει; Τι είναι αυτό που θέλεις και μπορώ να κάνω φίλε μου για σένα;»
«Πως να το πω! Όντως η Ανδρομάχη έχει απίστευτη πίσω όψη που μου προκαλεί ταραχές! Αλλά δυστυχώς είναι πολύ συντηρητική γυναίκα ούτε που το συζητάει το πρωκτικό σεξ πάτερ.»
«Με κοροϊδεύεις; Θ' αστειεύεσαι, βέβαια. Δηλαδή η κυρία είναι παρθένα από πίσω. Δεν το πιστεύω. Αυτός ο κώλος φίλε μου καλέ είναι φτιαγμένος να σου πάρει τον πούτσο λαμπάδα αναμμένη και να στο παραδώσει καμένο φιτίλι.»
«Γι αυτό χρειάζομαι την βοήθεια σου σαν ο εξομολόγος της που είσαι! Οι όμορφες και περιεκτικές ομιλίες σου αγγίζουν την ψυχή της Πάτερ. Με την Αγία την ευχή σας και την ευλογία σας βάλτε ένα χεράκι η και ότι άλλο ενδεικνύεται τέλος πάντων- ποιο πρόσφορο αν με καταλαβαίνεις- που να αγγίζει εκτός από την ψυχή της και τον εξαίσιο πισινό της.»
«Αχ φίλε μου τι μου ζητάς! Σε πολύ μεγάλο πειρασμό με βάζεις, αλλά είμαι και πολύ ενθουσιασμένος για την ευκαιρία που μου δίνεις να συμπεριλάβω στα καθήκοντα της εξομολόγηση της και τον πισινό της.  Ξεκινώ, από αύριο κιόλας. Ως πνευματικός της θα την προτρέψω να εξομολογηθεί το ταχύτερο σαν καλή και ευσεβής χριστιανή για μερικές ατασθαλίες που παρατήρησα σήμερα κατά την διάρκεια του δείπνου και το κύριο θέμα της εξομολόγησης θα ΄ναι ο πισινός της που μεγάλες φωτιές μας ανάβει και μας ξεσηκώνει το κεφάλι!
«Το πάνω η και το κάτω κεφάλι σου ξεσηκώνεται άγιε πατέρα;»
«Και το πάνω και το κάτω τέκνο μου. Θα της τονίσω με έμφαση και πειθώ πως δεν γίνεται να βλέπουμε αυτά τα καλοσχηματισμένα καπούλια που μπορούν να φέρουν εγκεφαλικά και είναι ικανά να κολάσουν ακόμα και άγιο να μένουν παρθένα. Καιρός να μάθει η ευσεβής μας κυρία πως απ' τη πίσω πόρτα το σεξ το ευλογούν απ' τα παλιά οι άγιοι πατέρες και είναι αμαρτία μεγάλη τέτοια ελκυστικά οπίσθια να μένουν αγάμητα!»  
«Λες πάτερ να ενδώσει στις άγιες συμβουλές σου;»
«Έχω εξομολογήσει χειρότερα! Γι αυτό στηρίξου επάνω μου και σύντομα η κυρία θα ακολουθεί τις άγιες εντολές μου! Κοιμήσου ήσυχος, μην προβληματίζεσαι, μην ανησυχείς, θα φροντίσω εγώ.» 
«Μόνο τις εξομολογείς τις θεοσεβούμενες κυρίες άγιε μου πάτερα;  Τίποτα άλλο στη συνέχεια;»
«Τέκνο μου και καλέ μου φίλε! Η εξομολόγηση είναι θεοπαράδοτη εντολή και αποτελεί ένα εκ των κορυφαίων μυστηρίων και τους θείους και Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας. Το Μυστήριο είναι απόρρητο τέκνο μου!»
«Μπαγάσα ρασοφόρε ποιος τη χάρη σου με τα θεόσταλτα απόρρητα που απολαμβάνεις; Φωτιές θα βγάζει ο πούτσος σου μετά τις εξομολογήσεις στις θεοσεβούμενες!»
«Μη τέκνο μου λες τέτοια πράματα, βλασφημείς.»
«Δηλαδή Πάτερ σαν χριστιανός εκ παράδοσης δικαίωμα στο παράδεισο δεν θα ‘χω;»
«Τέκνον μου! κάνε την προσευχή σου κάθε πρωί μα προς τα μέσα ρίχνε και μια ευχή και όλα σβήνουν μονομιάς! (Και ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου.) Και από κει πας για τον ουρανό!»
«Πάτερ καλά και άγια μου τα λες εσύ! Μα αχ και να ‘φταιγε αυτό μονάχα το ότι είμαι βλάσφημος.»
..... Η Ανδρομάχη πίσω τους ήταν έντονα προβληματισμένη με τον Αλκιβιάδη.
«Ααχα! Δηλαδή με δοκιμάζει; Έχω λίγη δουλειά στο γραφείο μου και έρχομαι. Κρυφοκοιτούσε πίσω από την πόρτα του σαλονιού και μας έπαιρνε μάτι;!» Αναρωτιέται. Ποια θα είναι η αντίδραση του, αν όντως την έβλεπε ότι ερωτοτροπεί με κάποιον που της άρεσε όπως τώρα με τον εξομολόγο της.
Το παιχνίδι της με τη φωτιά είχε ήδη ξεκινήσει, εξαιρετικά επικίνδυνο αλλά ταυτόχρονα συναρπαστικά ερεθιστικό.
Ο Αλκιβιάδης άλλη μια νύκτα ακόμη φαντασιώνεται τον ιερέα με την Ανδρομάχη που την επισκεπτόταν στο ιδιωτικό χώρο εργασία της και συζητούσαν τα διάφορα θέματα που έχουν σχέση με τις ανάγκες της ενορίας τους. Με τον καιρό οι επισκέψεις του ιερέα, στον ιδιωτικό της χώρο άρχισαν να γίνονται πολύ συχνότερες. Ταυτόχρονα συχνότερη έγινε και η συμμετοχή της στα εκκλησιαστικά δρώμενα και φιλανθρωπικά προγράμματα, και συμμετείχε ανελλιπώς και στις ιερές αγρυπνίες.
Μέχρι σήμερα του πέρναγε αφελώς απαρατήρητη και την θεωρούσε πολύ φυσιολογική αυτή τη συχνή επαφής τους που σκοπό είχε να αναβαθμίζει το κοινωνικό έργο της εκκλησίας. Απόψε που φέρνει πίσω τις εικόνες της συχνής επαφής του ιερέα με την σύντροφό του με διαφορετική οπτική ματιά, αυτές οι εικόνες του δείχνουν μια άλλη πραγματικότητα πολύ διαφορετική. Η εικόνα τώρα ερχόταν μ' άλλη καθαρότητα και διαφάνεια στη μνήμη του. Βλέπει συχνά τον ιερέα να εισέρχεται ως συνήθως άνετος χαμογελαστός στον ιδιωτικό χώρο εργασίας της να συζητούν με ζέση διάφορα καθημερινά συμβάντα και θέματα της ενορίας και η επίσκεψη να τελειώνει με τον συνηθισμένο διάλογο τους.
Τα χείλη του να λένε. «Ευλογημένη απόψε έχουμε αγρυπνία.» Μα το βλέμμα καρφωμένο πάνω της, διαπεραστικό, διερευνητικό γεμάτο λαγνεία, προάγγελος μιας πολλά υποσχόμενης κολασμένης ηδονής να λέει κάτι σαν απειλή, κάτι σαν υπόσχεση..
Απ' τα μάτια του φαίνεται πως είναι ξετρελαμένος μαζί της. «Σε περιμένει ένα καυτό βράδυ, χωρίς φραγμούς και όρια. Απόψε θα σε γαμήσω τόσο που θα πληρώσεις όλες της αμαρτίες σου, στ' ορκίζομαι θα σε ξεπατώσω στο γαμήσι.»
Αυτή να σκύβει, να του κρατά το χέρι, και φιλώντας το ευλαβικά ν' απαντάει. «Το γνωρίζεις πάτερ ότι δεν λείπω από καμία αγρυπνία σου».
Ανατρέχοντας πίσω τις αναμνήσεις του σ' αυτές τις συνηθισμένες συναντήσεις του ιερέα με την Ανδρομάχη τις επεξεργάζεται με περισσότερη λεπτομέρεια ανακαλύπτει ότι το βλέμμα της είχε ένα νάζι πουτανίστικο, και αν ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός και ψυλλιασμένος, αν δεν εθελοτυφλούσε θα καταλάβαινε το ερωτικό πάθος της για τον ιερέα από την έκφραση των ματιών από τις κλεφτές ματιές που ρίχνει εκεί που φουσκώνει το παντελόνι στο επίμαχο σημείο στα γεννητικά όργανα του ιερέα ερεθισμένη μαντεύοντας το μέγεθός τους με ικανοποίηση που κατάφερε να ξεσηκώσει τον ανδρισμό του. «Πάτερ με κολάζεις, το βρακί μου έγινε μούσκεμα κι έτσι όπως το πάμε, στη κόλαση θα βρεθούμε πακέτο.»
Ο ερεθισμός ήδη είχε φουντώσει μέσα της, προσπαθώντας να το κρύψει όσο καλύτερα γινόταν από τον Αλκιβιάδη και να τον δείξει όσο περισσότερο γινόταν στον ιερέα.
Την Ανδρομάχη τη γεμίζει η φαντασίωση του λεβεντόκορμου ιερέα με το προικισμένο πέος του ήδη στητό καυλωμένο να την περιμένει, να νιώθει τα στιβαρά του χέρια να τη βάζουν κάτω, να της σηκώνουν τα πόδια ψηλά, ανοιγμένα διάπλατα, και αυτή να οδηγεί το πέος του μέσα της σε μια βαθιά διείσδυση στον κόλπο της με όλο το μήκος του και να το αισθάνεται εκεί ακίνητο, ενώ απορροφά το απερίγραπτο συναίσθημα πληρότητας που της προσφέρει. Αυτή η φαντασίωση της πληρότητας είναι κάτι ασύγκριτο και αυτό την τρέλαινε ακόμα περισσότερο.
Στη συνέχεια ο ιερέας, όταν τύχαινε να βρισκόταν εκεί και ο Αλκιβιάδης φλυαρούσε μαζί του με ένα σκανταλιάρικο χαμόγελο, του ευχόταν ένα ήσυχο και ξεκούραστο υπόλοιπο της ημέρας και τον αποχαιρετούσε κοιτάζοντάς τον μ' ένα ζωηρό κι επίμονο χαμόγελο μες στα μάτια, σαν να έλεγε.
«Εσύ πήγαινε και κοιμήσου κ’ εγώ απόψε θα της δείξω πως γαμάνε οι άνδρες! Σαν πουτάνα θα τη γαμάω εγώ, όπως θέλω και όποτε θέλω και περίμενε εσύ μαλάκα με ανυπομονησία να τελειώσει η αγρύπνια, που κοιμάσαι τον ύπνο του δικαίου!»
Ο Αλκιβιάδης με τον ιερέα είχαν την ευκαιρία να συγχρωτιστούν και με τον καιρό δημιούργησαν τις προϋποθέσεις και τη διάθεση με έμφαση για συχνή ζωντανή επικοινωνία τους και η κοινωνική επαφή τους επέφερε μια ουσιαστική φιλία με αμοιβαίο σεβασμό, αλληλοεκτίμηση και αλληλοκατανόηση. Μοιράζονταν ποιοτικό χρόνο, κοινά ενδιαφέροντα, γνώσεις και εμπειρίες απ' τη ζωή τους.
Ο Αλκιβιάδης είχε ενστερνισθεί τις απόψεις και τα σχέδια του ιερέα που στόχο είχαν να βελτιώσουν και να αναβαθμίσουν τις δραστηριότητες του Πολιτιστικού τμήματος της ενορίας τους και η Ανδρομάχη του ήταν ακούραστη αρωγός στις προσπάθειες που χρειάζονταν να ικανοποιηθούν οι προσδοκίες αυτές.
Ταυτόχρονα στο κάδρο της μνήμης εισβάλλουν εικόνες με τις δυο ανέραστες ενορίτισσες που ασχολούνται με την ενορία, που του προκαλούν και ενισχύουν τις υποψίες του. Η Μαγδαληνή η σταφιδωμένη στεγνή επίτροπος που αν και το παίζει αγία κι εγώ-δεν-ξέρω-τίποτα-στ' ορκίζομαι, στην πραγματικότητα είναι και η πρώτη κουτσομπόλα και μανούλα στο να βάζει φιτίλι στον περίγυρο της. Και η άλλη η Καλλιόπη η γειτονισσα τους, σύζυγος του Ανάσταση του οικοδόμου που τους έκτισε το σπίτι, μια ψιλή στεγνή σέξι τριανταπεντάρα γυναίκα που διατηρεί άριστες φιλικές σχέσεις με την Ανδρομάχη και ταυτόχρονα είναι εξόχως ομιλητική και διαχυτική, με τον Αλκιβιάδη μεταδίδοντας του με διαχυτικό τρόπο ότι τον γουστάρει και χωρίς δεσμεύσεις, χωρίς προσδοκίες και χωρίς απογοητεύσεις είναι πρόθυμη. Ναι, είναι πολύ πρόθυμη για ένα γρήγορο κύλισμα στα σεντόνια ενός ξενοδοχείου για να γαμηθεί μαζί του με εχεμύθεια και να περάσουν καλά!
Η επίτροπος της εκκλησίας η Μαγδαληνή, δεν χάνει ευκαιρία, με πονηρό χαμόγελο ξεδιάντροπα και δεικτικά κατά καιρούς, δήθεν αθώα και αυθόρμητα με υπόγεια και έξυπνα ερωτήματα καθοδηγεί την κουβέντα τους στις ενοριακές συζητήσεις και θέτει ερωτήματα που κρύβουν φτηνή χυδαιότητα μαζί με σεξουαλικά υπονοούμενα και σεξιστικά σχόλια εις βάρος της Ανδρομάχης.
Μάλιστα τη συχνή επαφή της Ανδρομάχης με τον ιερέα τους την έχουν σχολιάσει πολλάκις και ποικιλοτρόπως.
«Εσύ που τα έχεις καλά με τον ιερέα ποτέ θα......»
«Εσύ που τον βλέπεις τόσο τακτικά ξέρεις αν έχει ελεύθερο χρόνο για.... να.......» Την ρωτάνε δήθεν, για να μάθουν τα ήδη οικεία και γνωστά.
Όπως ήταν φυσικό, και η δράση της στα εκκλησιαστικά δρώμενα δεν έμενε ασχολίαστη ακόμη και με ειρωνεία από τις ίδιες σιτεμένες ενορίτισσες.
Και το κυριότερο, οι ενοχλητικές, αδιάκριτες και περίεργες ερωτήσεις που δεχόταν.
«Χρυσή μου! Τώρα που σε βρήκαμε. Έχεις το τηλέφωνο του ιερέα, για να τον ρωτήσουμε πότε έχει πρόγραμμα που εξομολογεί»
Η ζήλια τους ξεφεύγει από το μέτρο, κυριεύει την κρίση τους, με αποτέλεσμα, να ξεπερνάνε κάποια όρια και να εκδηλώνουν πικρό φθόνο. Ροδάνι οι γλώσσες τους με χαμηλόφωνα προς το παρόν δηλητηριώδη κουτσομπολιά, που εκφράζουν φρικτές υποψίες.
«Τα έμαθες καλή μου γειτόνισσα,» λέει η Μαγδαληνή «τι παίζεται με τον ιερέα μας και με τη λεγάμενη την φίλη μας; Το περίμενες να ψάχνεται μέσα στην εκκλησία Θεέ μου συγχώρα με, για να πιάσει γκόμενο τον παπά;» θα της πει της φιλενάδας γειτόνισσας της σε ρόλο καταδότη.
« Όχι δεν έμαθα κάτι για λεγε εσύ τι ξέρεις.»
«Δεν ήθελα μωρέ να μπω σε ξένα χωράφια και να νομίσεις ότι βάζω φιτιλιές στην ενορία μας, αλλά η κυρία και ο λεγάμενος συναντιούνται τακτικά και ύποπτα εκτός εκκλησίας.»
«Μη μου πεις ότι έχουν σχέση; Είσαι απόλυτα σίγουρη ότι οι υποψίες σου έχουν βάση; Η Ανδρομάχη είναι κυρία σοβαρή και της εκκλησίας, εντάξει εδώ που τα λέμε μεταξύ μας τον κουνάει λίγο τον πισινό της και γνωρίζει ότι ανάβει φωτιές στους άνδρες αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει δώσει ιδιαίτερα δικαιώματα για κακόβουλα σχόλια. Απεναντίας δείχνουν ωραίο και ταιριαστό ζευγάρι ο Αλκιβιαδης και η Ανδρομάχη και στα μάτια της γειτονιάς είναι ιδανική σύζυγος και μητέρα.»
«Με δουλεύεις ρε Καλλιόπη; Μόνο λίγο τον κουνάει τον πισινό της η λεγάμενη; Η κυρία απ' την αρχή ήταν φως φανάρι πως όταν ανέλαβε ο καινούργιος ιερεας του άναψε φωτιές και ψαχνόταν για κάποια πρόσκαιρη αλλαγή στο ερωτικό μενού της μαζί του! Επόμενο ήταν αργά η γρήγορα, δεν θα αργούσε να αποκαλυφθεί η άπιστη πλευρά του εαυτού της. Αααχ, ματάκια μου έτσι είναι αυτές οι δήθεν σοβαρές κυρίες, αλλά δεν έχουν τσίπα. Βάζουν τους αγαπητικούς ακόμη και μέσα στο σπίτι τους οι αθεόφοβες. Ούτε ιερό ούτε όσιο έχουν! Σαν επίτροπος της ενορίας κάτι παραπάνω γνωρίζω.» λέει στη Καλλιόπη με αυξημένη δόση χαιρεκακίας και σταυροκοπιέται.
«Ο σύζυγός της από την πλευρά του κοιμάται; Δεν έχει υποψιαστεί τίποτα;» τη ρωτάει η Καλλιόπη. «Από όσο τον γνωρίζω τον θεωρώ πολύ αξιόλογο άνδρα και από κάποιες οικογενειακές και επαγγελματικές επαφές μας μου έχει δώσει την εντύπωση έξυπνου ατόμου, και από ότι έχω καταλάβει είναι αρκετά έμπειρος με τις γυναίκες! Αν όντως συμβαίνει αυτό που λες, δεν μπορεί κάτι θα έχει μυριστεί ο άνθρωπος.»
Η Μαγδαληνή κουνώντας το κεφάλι της απάντησε δήθεν με συμπόνοια για τον κερατά σύζυγο. «Τι να σου λέω τώρα, η κυρία του τον έχει κάνει κερατά και αυτός δεν γνωρίζει τίποτα, ακόμη και αυτή τη στιγμή που μιλάμε αυτός συνεχίζει να ζει στον κόσμο της ονειρικής του οικογένειας.» 
 Η Αλήθεια είναι πως η Καλλιόπη μαθαίνοντας τα ερωτικά καμώματα της Ανδρομάχης σύμφωνα με τα λεγόμενα της Μαγδαληνής (κρατούσε πολλές επιφυλάξεις γιατί η εκκλησιαστική επίτροπος ήταν γνωστή για την κακεντρέχεια της και το φθόνο της) σκέφτεται ότι δεν του αξίζει του Αλκιβιάδη όλο αυτό που γίνεται πίσω από την πλάτη του και τον νιώθει μ' ακόμη μεγαλύτερη συμπάθεια για το άτομο του. Όπως και δε μπορεί να κρύψει τις λάγνες επιθυμίες της, πως έχει σκεφτεί πάρα πολλές φορές πως ενδόμυχα επιθυμούσε να υποκύψει στον πειρασμό να επικοινωνήσει μαζί του και να αρπάξει την ευκαιρία να του την πέσει απροσχημάτιστα για να του δείξει ότι κακώς δεν υποκύπτει στον πειρασμό και στο συγκαλυμμένο ερωτικό της κάλεσμα που του έχει δείξει. Το κάλεσμα της γειτόνισσας της διπλανής του πόρτας να βγουν και σε ερωτικό ραντεβού με κατάληξη σε ένα ξενοδοχείο να τον παρηγορήσει. Είναι πέντε χρόνια τώρα που λιμπίζεται και γουστάρει τρελά τον Αλκιβιάδη και φανταζόταν να έχει την τύχη, κάποια στιγμή να την κρατάει στην αγκαλιά του και να ζήσουν έναν παράφορο έρωτα. Δεν είναι, ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία γυναίκα που ψάχνει έναν υγιή και δραστήριο σεξουαλικά άντρα σαν υποκατάστατο της έλλειψης σεξουαλικής ικανοποίησης εκ μέρους του αξιότιμου συντρόφου της που κατάντησε ανενεργός από εργατικό ατύχημα σχετικά νέος και έκτοτε αναζητά άντρα να την ικανοποιήσει, αλλά τη συγκρατεί ένας αόριστος φόβος του περίγυρου.
«Τι να σου πω για τον σύζυγο και αν υποψίες περνούν απ' το μυαλό του, ότι η θεοσεβούμενη σύζυγος του γουστάρει τον ιερέα και του την έχει πέσει στα ίσια και αυτός την βατεύει κανονικά.» (Ήμαρτον Θεέ μου!) και κάνει το σταυρό της..  «Εγώ το σύζυγο σπάνια τον βλέπω μαζί της και εμφανίζεται συνήθως αρκετά χαλαρός και εκείνη του δείχνει μια πρωτόγνωρη για τα χρόνια συμβίωσης τους τρυφερότητα. Τι σέβεσαι μωρή, που κάθεσαι και σαλιαρίζεις με τον ιερέα, αφού είσαι παντρεμένη; Αμ και ο ρασοφόρος γαμιάς. Ναι μεν αυτή είναι μια κακομαθημένη τσούλα  γυναίκα, αλλά και ο ιερέας δεν πάει πίσω. Βουτηγμένος μέσα στην αμαρτία του σεξ το οποίο ζούνε, δεν θα αργήσει η στιγμή που θα την πατήσουν. Τελικά, με ράσα η χωρίς ράσα όλοι οι άντρες είναι ίδιοι. Τον βλέπεις; Πήγε με την παντρεμένη ενορίτισσα ο ελεεινός;» αντιδρά με την συνήθη μικροαστική σεμνοτυφία περί διάβρωσης των ηθών, υψώνοντας απειλητικά τον ήχο της φωνής της στην εκφορά της λέξης «ενορίτισσα».
«Η θέση μου εμένα είναι πάρα πολύ δύσκολη και δεν θέλω να πεις απολύτως τίποτα σε κανένα, από όσα σου είπα γιατί δε μου αρέσει να καταστρέφω οικογένειες» συμπλήρωσε η Μαγδαληνή συνωμοτικά στην Καλλιόπη την ώρα που αποχωρούσε.
«Είναι μια καριόλα αυτή που παριστάνει ότι έχει μέσα της όλη την καλοσύνη και την ανθρωπιά του κόσμου! Αχ μωρέ, είναι μια αυτή άλλο πράμα... Ούτε ψύλλος στον κόρφο σου αν σε πιάσει στο στόμα της. Δεν ανακατεύεται λέει, αλλά δεν χάνει ευκαιρία να κοιτάει τι κάνει ο διπλανός της, να κριτικάρει και να σχολιάζει! Και να που τώρα χωρίς φειδώ σχολιάζει με σιγουριά, ότι ο ιερέας και η Ανδρομάχη έχουν παράνομο δεσμό και  σεξουαλική σχέση μεταξύ τους. Διόλου απίθανο όλα αυτά να είναι κουτσομπολιά, απρόκλητες προσωπικές επιθέσεις και ψευδείς, παραπλανητικές κατηγορίες προς το πρόσωπό του, ιερέα και της Ανδρομάχης από ανθρώπους σαν τη Μαγδαληνή.» Αυτά σκέφτηκε η Καλλιόπη για τη Μαγδαληνή όταν της μετέφερε τα κουτσομπολιά, μα έμεινε σιωπηλή και κράτησε το σχολιασμό για τον εαυτό της.
Της Μαγδαληνή η σκέψη με την εικόνα της Ανδρομάχης στην αγκαλιά του ιερέα την τρέλαινε . Αχ αυτό το πράσινο τέρας τη ζήλιας! Κατοικεί παντού. Αυτά παθαίνει η γυναίκα αν έχει να δει χαρά στα σκέλια της πολύ καιρό… Οι ορμόνες της ζητούν ένα καταφύγιο για να καταλαγιάσουν. Όταν δεν υπάρχει γίνεται σκληρή, κοφτερή. Σε παίρνει στο κατόπι κι όπου σε βρει σε μαχαιρώνει όπως τώρα με την Ανδρομάχη. Η ζήλια της γίνεται σαράκι και την τρώει.»
Κι αυτής τόσο καιρό αγάμητη τα μουνί της από την ερωτική δίψα, είναι σαν ανήλιαγος και μαραμένος κήπος. Απ’ το Θεό η Μαγδαληνή ζητάει για χάρη της να μεσιτεύσει. Να πιάσουν τόπο οι προσευχές της και ο λεβεντόκορμος ιερέας να τη ποτίζει με την μάνικα του.
....... Στην φαντασία του o Αλκιβιαδης αναζητά τους λόγους που η παρουσία του εξομολόγου μπορεί να αναδεικνύει πάθη και να εξάπτει επιθυμίες της Ανδρομάχης. Σκέφτεται ότι ο ίδιος είναι ένας στοργικός άντρας, που τη σέβεται όπως κάνει και με όλους τους υπόλοιπους ανθρώπους, που είναι ευγενικός και γλυκός μαζί της και συνεχίσει το ίδιο τροπάρι και στο συζυγικό κρεβάτι. Και την ξενερώνει. Ίσως η Ανδρομάχη να θέλει ο άντρας να τη βάλει κάτω χωρίς καλοσύνες και αβρότητες. Ίσως να θέλει  ο άντρας να είναι ενεργητικός κι αυτή παθητική. Κι ας είναι σε θέση να ζητήσει τα πάντα και να πάρει τις πρωτοβουλίες της. Ίσως να είναι  στιγμές που θέλει ένας άντρας να τη κάνει να αισθανθεί σκέτη σάρκα, να νιώθει ότι δεν τον ενδιαφέρει το μυαλό της, η ψυχή της, η προσωπικότητά της. Δεν της αρκεί που ο Αλκιβιαδης αγαπά τα παιδιά τους, είναι σωστός με την οικογένεια του, που είναι περήφανη και χαίρεται που βρήκε ένα ταίρι να βαδίσουν στην ζωή με αξιοπρέπεια, όμως, μέσα της, αυτά όλα δεν είναι αρκετά. Η Ανδρομάχη στα τριάντα πέντε της σήμερα είναι μια γυναίκα που μπορεί να έχει όποιον θέλει, και μέσα της επιθυμεί την ίντριγκα, το πάθος, το παιχνίδι, θέλει να της δείξουν ότι μπορεί ακόμα να την κατακτήσουν, όταν εκεί έξω στον δρόμο, στην δουλειά, την φλερτάρουν αδυσώπητα και τη βάζουν σε πειρασμό.
Θέλει ν' απελευθερωθεί και να αγγίξει το βάθος της ερωτικής της ύπαρξης, να αποδεχθεί στιγμιαία το ζωώδη της ρόλο ως θήραμα και να εγκαταλείψει γλυκά τις αντιστάσεις της στα χέρια του κτήνους, του κυνηγού, του αφέντη, του άντρα. Θέλει να της ανάβει φωτιές και να έχει τις πιο απίθανες ιδέες. Να της τα δίνει όλα και να τα θέλει όλα. Να γυρεύει εμπειρίες πρωτόγνωρες. Να τη ξεφτιλίζει κι αυτή να γουστάρει, να λιώνει, να καίγεται γι’ αυτόν. Να νιώσει κτήμα του σε ένα «σκίσε με δίχως έλεος».
Ο Αλκιβιαδης παρακολουθεί τις σκέψεις του με ενδόμυχη ζήλια. Φαντασιώνεται ότι ένας τέτοιος αληθινά κυρίαρχος άντρας, που έχει την ικανότητά να την ικανοποιεί και με άλλους τρόπους εκτός από το δεδομένο και να κάνει την Ανδρομάχη να παραληρεί και να πέφτει στον έρωτά του ξανά και ξανά, είναι ο ρασοφόρος εξομολογος της. Και μια σεξουαλική σχέση μιας παντρεμένης με έναν παπά θα έμενε καλά κρυμμένη, γιατί αυτός θα ενδιαφερόταν να προφυλάξει την φήμη του, ως ιερέας.
Ο ιερός ναός της ενορίας είναι βυζαντινή εκκλησία του 17ου αιώνα κτισμένη στο κέντρο του άπλετου περιβάλλοντα χώρου, με πολλά δέντρα τριγύρω και παρτέρια με λουλούδια. Στο βόρειο χώρο του ναού υπάρχει ένα οίκημα για όπου φιλοξενούνται οι πιστοί για καφέ κυρίως στα μνημόσυνα και δίπλα ένα σχετικά άνετο γραφείο που ο χρησιμοποιεί ο ιερεας για τα εκκλησιαστικά αρχεία και ταυτόχρονα σαν ιδιαίτερος χώρος εξομολόγησης.
Η Ανδρομάχη με τον ιερέα μόλις είχαν τελειώσει με κάποιες λεπτομέρειες που αφορούσαν την αγιογραφία του κυρίως ναού και τον ρώτησε αν είχε χρόνο και αν ήταν κατάλληλη η στιγμή να εξομολογηθεί όπως της είχε προτείνει. Η Ανδρομάχη ήταν κάτι που είχε σκεφθεί πολύ τελευταία και είχε αποφασίσει να το κάνει.  
Ο ιερεας συμφώνησε πρόθυμα και τη ρώτησε αν είχε πρόβλημα να εξομολογηθεί εκεί στο γραφείο. Του είπε όχι, οπότε βγήκε για λίγο από έξω, είπε στη νεωκόρο, μία γυναίκα να μην μπει κανείς μέσα μέχρι να δώσει αυτός την άδεια γιατί ξεκινούσε εξομολόγηση και ξαναγύρισε στο γραφείο του. Πήρε από την ντουλάπα το πετραχήλι, το φόρεσε και πήγε μπροστά σε κάτι εικονίσματα. Προσευχήθηκε και γυρνώντας προς την Ανδρομάχη της ζήτησε να πάει να γονατίσει μπροστά του. Γονάτισε εκεί ακριβώς που έπρεπε. Σήκωσε το πετραχήλι και το έβαλε πάνω στο πανέμορφο ντελικάτο κεφάλι της με τους καστανοκαφέ μεταξένιους βοστρύχους, ακούμπησε τη παλάμη του από πάνω και η Ανδρομάχη αισθάνθηκε το ζεστό κοκκίνισμα, ένα σήμα κινδύνου να κατακλύζει και να πυρώνει τα μάγουλά της.
Η αναπνοή της πιάστηκε μόλις έπιασε την έκφραση των ματιών του. Τα μάτια του έκαιγαν μέσα της σαν να την ερευνούσαν ολοκληρωτικά, σαν να διάβαζαν την ίδια της την ψυχή.
Για μια στιγμή έμεινε σιωπηλή με χαμηλωμένα μάτια. Ήταν έτοιμη να απαντήσει, μα κάτι κράτησε τις λέξεις στη γλώσσα της. 
Τα χείλη της Ανδρομάχης μιλούν, μαζί με τα χείλη του αιδοίου της, τη δική τους γλώσσα.
Ο Αλκιβιαδης τους φαντάζεται όση ώρα που εξομολογείται τις «αμαρτίες» της, μέσα από τις εξομολογήσεις της ίσως να ζει τις βαθύτερες φαντασιώσεις της, σεξουαλικές στιγμές που θέλει να ζήσει αλλά δεν έχει τολμήσει να μοιραστεί με τον Αλκιβιάδη. Ο ερεθισμός ν' αρχίζει να φουντώνει μέσα της, να κατακλύζει την πηγή της ηδονής της, να φλογίζει το κορμί της με τη σκέψη της ότι ο ρασοφόρος άνδρας σαν βαρβάτο άλογο -γιατί αυτό θέλει από εκείνον- με εκείνο το αποφασιστικό διεφθαρμένο βλέμμα του μάχεται να την κατακτήσει κι εκείνη να του αντιστέκεται ψευδό-διαμαρτυρόμενη. «Όχι! αυτό είναι μεγάλη αμαρτία πάτερ» αλλά ενδόμυχα παρακαλά να την αρπάξει στα στιβαρά του χέρια να την αποκαλεί «πρόστυχο παλιοθήλυκο», λέγοντας της ότι είναι ο ίδιος ο Σατανάς μεταμορφωμένος, να την σέρνει και να την ξαπλώνει χάμω παρά την αντίσταση που προβάλλει, και τα καυλωμένα στήθια της να πετάγονται έξω από το λίνο φορεματάκι της κάτω από τη πίεση των χεριών του και ο ιερέας να απολαμβάνει αχόρταγα με τα μάτια και τα χέρια του το θέαμα που του προσφέρει.
Να τον ακούει να της λέει ότι είναι μια «ελεεινή μοιχαλίδα» την ώρα που με το ένα του χέρι της σηκώνει το φόρεμά ψηλά και με το άλλο χέρι να τραβάει με δύναμη το κορδόνι από το βρακί της κάνοντάς το κομμάτια και αυτή να υποκύπτει και να «κατακτιέται» από αυτόν και παρασύρεται σε φαντασιακή ερωτική πλημμύρα. Αισθανόταν μουσκεμένο το μικρό βρακάκι της και σταγόνες από τα υγρά της να τρέχουν στο εσωτερικό των μπουτιών της.
Το ράσο του ιερέα αποκαλύπτει, παρά συγκαλύπτει, τους σπασμούς που τον διατρέχουν κάτω από το μαύρο ρούχο. Λένε οι ενορίτισσες στα κουτσομπολιά τους ότι του ιερέα ....ξέρετε ποιος..... είναι πολύ προικισμένος.
Του Αλκιβιάδη σε μια ατέρμονη συνέχεια των φαντασιώσεων του, οι καθημερινές εικόνες από τις επαφές του ιερέα με την Ανδρομάχη τροφοδοτούν και εμπλουτίζουν την μνήμη του... Κατά την γνώμη του στα ερωτικά όνειρα μιας γυναίκας τα πάντα είναι πιθανά. Τίποτα δε είναι… «αφυδατωμένο»!
Όπως τότε.
Ήταν ένα βράδυ Παρασκευής με βροχερό σκηνικό.
Η καμπάνα σήμανε στις οκτώ και μισή ακριβώς την ώρα που αποβίβασε την σύντροφο του από το αυτοκίνητο τους, στο μικρό ναό στην άκρη της πόλις τους στην ρίζα του βουνού εκεί όπου θα τελεσθεί Ιερά αγρυπνία. Πάντα η σύντροφος του ένοιωθε ζεστασιά και ευχαρίστηση που πήγαζε από την τακτική ενεργή συμμετοχή της στην Θεία Λατρεία.
Στην ευρύχωρη σκεπαστή είσοδο του ναού δέσποζε η εντυπωσιακή φιγούρα του ιερέα πλαισιωμένη από έναν υπερήλικα γέροντα μοναχό και λίγους πιστούς κυρίως γυναίκες. Ο ιερέας όταν τους αντίκρισε κατέβηκε τα σκαλοπάτια με αρχοντική περπατησιά και ευχάριστη διάθεση τους χαιρέτησε εγκάρδια. Η Ανδρομάχη, φίλησε ευλαβικά το χέρι του ιερέα, και στη συνεχεία ο ιερέας , τον Αλκιβιάδη επειδή από τις ατέρμονες κοινωνικές συζητήσεις τους γνώριζε τις απόψεις του περί αθεΐας, αρκέστηκε να τον ασπαστεί αδελφικά στα δυο μαγούλα με περίσσια ευχαρίστηση που τον συναντούσε ξανά.
Αν και είχαν διαφορετικές θρησκειολογικές αντιλήψεις, όφειλε να παραδεχτεί ότι στις διαπροσωπικές σχέσεις τους, ο ειλικρινής και εποικοδομητικός διάλογος με κριτική πάντα ματιά και με ήθος, ήταν μια γόνιμη ανταλλαγή απόψεων, μια ευχάριστη απόδραση από τη δύσκολη πραγματικότητα των καιρών.
Ο ιερέας απόψε ήταν άψογα περιποιημένος, είχε κουρέψει και περιποιηθεί υπέρ το δέον την γενειάδα του το πρόσωπο του ακτινοβολούσε υγεία ενεργητικότητα, γοητεία. Ένας πραγματικός σταρ.
Τους σύστησε τον Άγιο μοναχό και τους ευχαρίστησε για την τιμή που του κάνει η σύντροφος του να μετέχει στην Ιερά αγρύπνια του και θέλει να ελπίζει κάποια στιγμή να τον τιμήσει και ίδιος.
Του το πρότεινε και επιμένει.
Η Ανδρομάχη τον αποχαιρέτησε και προχώρησε για την είσοδο του ναού.
Ο Αλκιβιάδης ρίχνοντας μια τελευταία ματιά πριν αναχωρήσει στεκόταν και τους κοίταζε, τον ιερέα και την Ανδρομάχη την ώρα που εισέρχονται στο ναό δίπλα- δίπλα, σχεδόν αγκαζέ.
«Όμορφο ζευγάρι.» Μουρμούρισε.
Ταιριαστό μα τον «Δια». Ήταν και οι δυο τους τόσο όμορφοι, τόσο στιλάτοι, τόσο γοητευτικοί. Κρυφογέλασε συνεπαρμένος με τις σκέψεις του. Πλημμύρισε ξαφνικά από ανάμεικτα συναισθήματα, ένιωσε κάπως περίεργα. Ένα κουβάρι από αισθήματα αξεδιάλυτα και πρωτόγνωρα.
Ο ιερέας ψηλός, λεπτός, γεροδεμένος, αρχοντικό περπάτημα, δεμένα αλογοουρά τα ξανθοκόκκινα μαλλιά του. Εκείνη όμορφη, χυμώδης, περιποιημένη, τα καστανόξανθα σγουρά μαλλιά επιμελώς ατημέλητα έπεφταν ανέμελα και χάιδευαν τους ώμους της, ευθυτενή περπατησιά, περήφανο παράστημα. Όμορφη εικόνα, χίλιες λέξεις. Ίσως και να κρύβει μέσα της πολλαπλά μηνύματα.
Οι πληροφορίες ήταν ότι πιθανώς η Ιερά αγρύπνια θα είχε μεγαλύτερη διάρκεια λόγω της επίσκεψης του Άγιου γέροντα και η συνεννόηση με την σύντροφο του ήταν να τον πάρει τηλέφωνο με το τέλος της γιατί είναι κουρασμένος και θα κοιμηθεί.
Η ώρα είναι τρεις μετά τα μεσάνυχτα που κτυπούσε επανειλημμένα το τηλέφωνο. Η Ανδρομάχη τον αναμένει στα σκαλοπάτια του ναού ταλαιπωρημένη, άυπνη.
Γύρω δεν υπήρχε ψυχή ζώσα, απόλυτη ερημιά και ησυχία.
Ανεβαίνει στο όχημα και απλώνεται ανακουφισμένη στο κάθισμα. Αυτός της ζητά μια μεγάλη συγγνώμη που τον πήρε ο ύπνος και καθυστέρησε, χαϊδεύοντας την τρυφερά ν’ απλωθεί η ζεστασιά του και να φτάσει μέχρι τα κουρασμένα μέλη της.
«Τι συνέβη και έδωσε τόσο μεγάλη παράταση ο αξιολάτρευτος ρασοφόρος μας στο μυστήριο.» Την ρώτησε.
Κάτι του απάντησε για τον Άγιο γέροντα τον επισκέπτη από το σέρβικο μοναστήρι, κάτι για κάποια εκκλησιαστικά τελετουργικά, αυτός δεν έδωσε σημασία.
Όμως, τώρα που η φαντασία του βρίσκεται σε «ντελίριο» και ξεπερνά τα όρια του συνηθισμένου κάνει κομμάτια τα πλαίσια της εικόνας και συνθέτει την δική του εικόνα στο «σκοτεινό φόντο» της νύκτας με την παράταση στην Ιερά αγρυπνία.
Συμπληρώνει τα γεγονότα με τη φαντασία του.
Φαντάζεται την Ανδρομάχη με το τέλος στην Ιερά αγρυπνία από μια παρόρμηση της στιγμής και όχι από μια βαθιά σκέψη να ανταποκρίνεται στο πάθος του ρασοφόρου.
Φαντάζεται το ρασοφόρο με τα χαρακτηριστικά ενός «Βίκινγκ» κατακτητή, δραστήριος και φλογερός εραστής, που γνωρίζει πολύ καλά το παιχνίδι της αποπλάνησης, ξέρει τι ζητά και πως να το πάρει, ξετρελαμένος από επιθυμία για τη γοητευτική σύντροφο του να κατακτά την πρόθυμη παράδοση της.
Φαντάζεται και την Ανδρομάχη δυναμική, ατίθαση, τολμηρή, μέσα της να κρύβεται η ανάγκη της τον ιερέα που αποτελεί την επιθυμία και το κρυφό όνειρο για το σύνολο του θηλυκού πληθυσμού της ενορίας, να τον «κυβερνήσει», να τον ξελογιάσει ξανά και ξανά και αυτός να της ανοίγει διάπλατα όλες τις πόρτες της ηδονής.

Click to Open
Ερωτική Μυθοπλασία Ι: (Μέρος .2).....
 
Web Informer Button